«εκείνο που τόσο θα ήθελε να είναι» να στέκεται δίπλα σε «αυτό που είναι μέχρι σήμερα»

 ή αλλιώς Ο Κύκλος των χαμένων ποιητών


-λόγια και ερωτήσεις από την Ισμήνη Κατσάβαρου


Έχουμε καταντήσει να εξηγούμε τα πάντα
ακόμα και τα δάκρυά μας

Εμίλ Σιοράν


Τα Σάββατα λένε πως είμαστε διαφορετικά όντα, από αυτά τις καθημερινές. Δεν ανησυχούμε υπερβολικά πολύ για τίποτα. Παγώνει ο χρόνος και ήδη από την Παρασκευή το βράδυ, το διήμερο αρχίζει να δείχνει τα πρώτα πυροτεχνήματα ευτυχίας. Τηλεφωνήματα, μηνύματα, ραντεβού, συναυλίες, θέατρο. Ωπ εδώ είμαστε. Το θέατρο κρύβει μια μικρή μαγεία στο ζοφερό περιβάλλον όπου καλούμαστε να επιβιώσουμε και να προσαρμοστούμε. Είναι μια ανάσα ή αλλιώς ένα μικρό ταξίδι στο εξωτερικό ή όπου φαντάζει ειδυλλιακά για τον καθένα, με ένα 15ευρω μόλις. Ένα ταξίδι στο μέσα και άλλοτε ένα ταξίδι στο έξω, αν και αυτά πολλές φορές συμπίπτουν ανεπιτήδευτα και ακούσια. Σίγουρα όμως η επιλογή της εκάστοτε θεατρικής παράστασης διόλου ακούσια δε θα λέγαμε ότι γίνεται, αν και θα αφήσω ένα μικρό παράθυρο, για αυτήν μου τη φράση.

Ασυνείδητα, λοιπόν, και άλλοτε συνειδητά, αφού αυτά τα δύο πάνε πάντα μαζί, σαν αίτιο-αποτέλεσμα και σα μια συνεχή εξήγηση, διαμορφώνουμε τον μικρόκοσμό μας. Ο δικός μας στην συγκεκριμένη περίπτωση εμπεριέχει πολλή ποίηση, ανάγκη για εσωτερική αναζήτηση, διαρκή αμφισβήτηση, εμβάθυνση της ύπαρξης και διακαή πόθο διατράνωσης της ατομικότητας ενάντια στον κομφορμισμό. Με δύο λέξεις ή και περισσότερες, ένας αχανής δρόμος προς την κατάκτηση της αυτογνωσίας. Φαίνονται λίγο γενικά και κοινότυπα; Ίσως· ανάλογα πώς θα τα αξιοποιήσεις και τι σημασία θα τους δώσεις.

Όλα αυτά, παίρνουν σχήμα και χρώμα, φωνή και κίνηση, τραγούδι και χορό στη θεατρική παράσταση «Ο Κύκλος των χαμένων ποιητών», του Τομ Σούλμαν στο Θέατρο Βρετάνια. Πρόκειται για την αριστοκρατική και συντηρητική Ακαδημία Γουέλτον, στο Βερμόντ το 1959, με τους μαθητές να έχουν μυηθεί από νωρίς στο τετράπτυχο: «παράδοση, τιμή, πειθαρχία και αριστεία». Μια βαθιά απαρχαιωμένη αντίληψη, που δημιουργεί τοίχους και πυλώνες απέναντι στο συναίσθημα και την τρωτότητα. Απαντά με λογική στην ποίηση, με επίθεση στη διαφορετικότητα, με μαύρο στη φαντασία και με φόβο απέναντι στη ζωή. Καθόλου τυχαίο, αν αναλογιστείς ότι και το 2023 μιλάμε για αυτά σε χώρους σχολείων, στις κοινότητες και στην κοινωνία. Ίσως αυτό να κάνει αυτό το έργο φοβερά επίκαιρο και, επιτρέψτε μου την έμφαση και στη λέξη, διαχρονικό.

Δε νομίζω ότι μας τιμά, αλλά επουλώνει ανοιχτές πληγές, δίνει μια σπίθα στα νέα παιδιά, στους εφήβους, στα μικρά βλέμματα που έχουν αγωνία για το δικό τους αύριο και μια ελπίδα στους γηραιότερους. Είναι και κάπως συγκινητικό, να βλέπεις μαθητές και ολόκληρα πούλμαν να παρακολουθούν αυτήν την παράσταση. Ο καθένας και η καθεμιά ανάλογα με την χρονολογική και συναισθηματική του ηλικία δίνει μια ελπίδα ή αλλιώς προσθέτει ένα τουβλάκι στο κάστρο, με ανοιχτά ερωτήματα και ακόμα πιο αναπάντητες συνέπειες που αλυσοδένουν τους δέσμιούς του. Ανοίγουν παράθυρα προτού κλείσουν όλες οι πόρτες. Αυτά τα παράθυρα προβαίνει να ανοίξει ο δάσκαλος Κήτινγκ, εμπνέοντας τα παιδιά μέσα από την ποίηση να αδράξουν την μέρα, να ανακαλύψουν τις κλίσεις τους, να εκφραστούν, να σβήσουν την μηχανή και να ζήσουν με το τώρα. Δημιουργεί μια μυστική λέσχη ποιητών, τη λεγόμενη Dead Poets Society, και απαγγέλουν αργά τη νύχτα παλιούς μεγάλους ποιητές, όπως τον Σαίξπηρ. Αρχίζουν να αμφισβητούν τα λόγια που απαιτούν οι φυσιογνωμίες της εξουσίας και βρίσκουν τη δικιά τους φωνή στον κόσμο. Απαντούν στη στείρα γνώση που τους θέλει υπόδουλους, χωρίς κριτική σκέψη, χωρίς άποψη και καθαρό βλέμμα, με ύπνωση και ηθελημένη αεργία.

Βέβαια πολύ γρήγορα τα αντικομφορμιστικά κελεύσματα του Κήτινγκ, θα τον φέρουν αντιμέτωπο με το εκπαιδευτικό κατεστημένο και με την απόλυση ή ίσως καλύτερα με τον αποχαιρετισμό των μαθητών του. Η αποχώρησή του και ο θάνατος του μαθητή του, έχουν συνδυαστεί με την οδυνηρή κατάληξη που έχει η αντίδραση απέναντι στον καπιταλισμό και τις συνέπειες που φέρει. Τις περισσότερες φορές οι συνέπειες δείχνουν το πιο ωμό και απάνθρωπο πρόσωπο της εξουσίας, που δυστυχώς οι δέσμιοι έχουν επιλέξει να υπηρετούν ακούσια και εκούσια, αυτή τη φορά επιτρέψτε μου και τις δύο αυτές λέξεις. Ο μικρόκοσμος μιας σχολικής τάξης δημιουργεί συνειδήσεις ή τις καταστρέφει· όποια κι αν είναι η επιλογή, είναι πάντα τεχνηέντως σχεδιασμένη για να εξυπηρετεί τα συμφέροντα της εκάστοτε εξουσίας.

Ένα έργο που κρατά ζωντανή τη μνήμη και που χρωματίζει αριστοτεχνικά την κινησιολογία, την μουσική, την σκηνοθετική ευφλεκτότητα, την παθιασμένη θεατρικότητα, όλων των συντελεστών, κινούμενοι από το ίδιο το έργο που αναπηδά ανάμεσα στη ροή των λέξεων, των νοημάτων και σε κάτι που είναι λίγο πιο ψηλό από εκείνους.

Άλλοι το λένε ελπίδα, άλλοι ακατόρθωτο ή ιδεατό. Ίσως οι πιο τολμηροί να το πουν μέλλον.

Συζήτηση με τον Στέφανο Παπατρέχα και τον Πάνο Ζυγούρο


Ποια ήταν τα πρώτα σου συναισθήματα, όταν διάβασες το κείμενο της παράστασης «Ο Κύκλος των Χαμένων Ποιητών» του Τομ Σούλμαν;

Στέφανος Παπατρέχας: Είχα δει φυσικά την ταινία, οπότε η συγκίνηση υπήρχε πριν ακόμη διαβάσω το κείμενο. Το τελικό κείμενο της παράστασης διαμορφώθηκε στις πρόβες μέσα από αυτοσχεδιασμούς που καθοδήγησε ο Κωνσταντίνος Ασπιώτης καθώς και μέσα από ποιήματα και αποσπάσματα που έφερε ο καθένας από εμάς, οπότε ήταν μια διαδικασία εν εξελίξει. Ήταν βέβαια μεγάλη και η χαρά και ο ενθουσιασμός και μόνο στη σκέψη πως θα ζωντανέψουμε επί σκηνής αυτό το έργο.

Πάνος Ζυγούρος: Έχοντας διαβάσει και το πρωτότυπο σενάριο της ταινίας, παρατηρούσα με ενθουσιασμό την μαεστρία του συγγραφέα-σεναριογράφου στο το πως ξετυλίγει την δράση και εισάγει τις σχέσεις των ηρώων. Δημιουργεί συνεχώς ειλικρινείς και ενδιαφέρουσες συγκρούσεις που έχουν πολύ ζουμί για τον ηθοποιό που καλείται να τις ζωντανεύσει.

Ποιο ρόλο ερμηνεύεις στην παράσταση; Τι θαυμάζεις σε αυτόν και τι όχι; Έχετε κοινά σημεία;

Στέφανος Παπατρέχας: Ερμηνεύω τον Τζορτζ Πιτς. Είναι ένας έφηβος που δυσκολεύεται αρκετά με τα μαθήματα και τις εξετάσεις. Άγχεται και πανικοβάλλεται όταν καλείται να απαντήσει σωστά στους δασκάλους του, αλλά είναι αισιόδοξος και καλοπροαίρετος. Επίσης, είναι λίγο αφελής και ευκολόπιστος και του αρέσει πολύ η μουσική. Παίζει μελόντικα κρυφά από τους γονείς του και σε κάποια στιγμή τού έργου νιώθει ασφαλής με τους φίλους του και τους αποκαλύπτει αυτό το μυστικό του. Εγώ αντιθέτως ήμουν πάντα άριστος μαθητής. Έχουμε ωστόσο ως κοινά την αγάπη για τη μουσική, αλλά και το ότι είμαστε και οι δυο καλοπροαίρετοι σε σημείο που μπορεί να οδηγήσει σε αφέλεια κάποιες φορές. Ένα ακόμη κοινό μου με τον ρόλο αυτόν είναι πως δεν μου αρέσουν οι εντάσεις και οι προστριβές.

Πάνος Ζυγούρος: Κάνω τον Τοντ Άντερσον, το νέο μαθητή του σχολείου. Μπαίνει γεμάτος ανασφάλειες και με έναν φόβο να εκφραστεί, αλλά η περιέργειά του και η τεράστια θέληση για ζωή βαθειά μέσα του, πυροδοτούνται από τον εμπνευσμένο καθηγητή Κήτιγκ και τον χείμαρρο συμμαθητή του Νηλ. Ο χαρακτήρας βιώνει μια μεγάλη εσωτερική και εξωτερική μεταμόρφωση, γιατί βρίσκεται σε ένα περιβάλλον που αισθάνεται αποδεκτός και αγαπητός για αυτό ακριβώς που είναι. Και απέκτησε και τους πιο πολύτιμους φίλους. Θαυμάζω σίγουρα την φαντασία του ήρωα που υποδύομαι και ελπίζω αυτό να είναι ένα κοινό ανάμεσά μας.

Η Ακαδημία Γουέλτον βλέπουμε στην αρχή, να γίνεται γνωστή για την αυστηρότητα με το τετράπτυχο Παράδοση – Τιμή – Πειθαρχία – Υπεροχή. Λένε πως πολλές φορές ο μικρόκοσμος μιας σχολικής κοινότητας, είναι ο καθρέφτης της κοινωνίας. Τι γνώμη έχεις γι’ αυτό;

Στέφανος Παπατρέχας: Το έργο διαδραματίζεται στην Αμερική της δεκαετίας του ‘60. Τότε αρχίζει και η σεξουαλική απελευθέρωση, η ροκ μουσική είναι στα πάνω της, δεν είναι τυχαίο το σύνθημα «sex, drugs & rock’n’roll». Όλη αυτή η επανάσταση, η απελευθέρωση, η ανάγκη για εκτόνωση είναι απόρροια μιας έντονα συντηρητικής κοινωνίας, ενός κόσμου γεμάτου με πρέπει, αλλά και μιας πολιτικής επεκτατικής και επιθετικής από την πλευρά κυρίως της Αμερικής.
Λαμβάνοντας όλα αυτά υπόψη, δεν είναι καθόλου παράλογη η αναλογία που λέτε. Στο έργο βλέπουμε ένα βαθιά συντηρητικό σχολείο που προάγει ανοιχτά τον ανταγωνισμό, την αριστεία, την πρόκριση. Και από την άλλη, μια ομάδα εφήβων, των οποίων η ορμή και η τόλμη πυροδοτείται από τον Κήτινγκ.

Πάνος Ζυγούρος: Η πειθαρχία για την πειθαρχία είναι ένα τίποτα. Το βλέπουμε και στα σχολεία άλλωστε: υπάρχουν καθηγητές που για να επιβληθούν στους μαθητές τους γίνονται σκληροί και ανένδοτοι και έτσι πετυχαίνουν την υπακοή, αλλά μέσω του φόβου. Αυτό εννοείται δημιουργεί μια πολύ προβληματική σχέση και αφαιρεί από τον μαθητή τη δυνατότητα να αναπτύξει κριτική σκέψη. Υπάρχουν και οι καθηγητές που αγαπούν αυτό που κάνουν και τα παιδιά και έτσι τα εμπνέουν. Εκείνα τότε με τη σειρά τους ακούν και σέβονται τον δάσκαλο τους, όχι γιατί τον φοβούνται, αλλά γιατί τον αγαπούν και θέλουν να τον ακολουθήσουν στο μονοπάτι που τους προτείνει. Νομίζω αυτήν την κοινωνία θέλουμε και αυτούς τους πολίτες.

Πώς ήταν τα δικά σου σχολικά χρόνια; Ποιο είναι το ιδανικό σχολείο για σένα;

Στέφανος Παπατρέχας: Σε αντίθεση με τους περισσότερους που συμφωνούν με το «τα μαθητικά τα χρόνια δεν τα αλλάζω με τίποτα», δεν νοσταλγώ τα σχολικά χρόνια. Δεν πέρασα άσχημα ούτε έχω ζήσει κάτι τραυματικό. Απλώς δεν ήταν για μένα και η καλύτερη περίοδος. Ήμουν πολύ ήρεμος και δεν πέρασα δύσκολη εφηβεία, αλλά ένιωθα πως δεν επικοινωνώ απόλυτα με τους γύρω μου. Κανείς όμως δεν ευθυνόταν για αυτό. Ήταν ο τρόπος που εγώ μετέφραζα το περιβάλλον μου.
Ένα ιδανικό σχολείο, πέρα από τις υποδομές που αφορούν το τεχνικό κομμάτι, το φτιάχνουν οι άνθρωποι, οι διευθυντές, οι εκπαιδευτικοί, οι εργαζόμενοι. Ο τρόπος λειτουργίας του ωστόσο εξαρτάται κυρίως από το σύστημα εκπαίδευσης. Η εκπαίδευση, λοιπόν, οφείλει να δίνει πολλά εφόδια στους μαθητές, να προάγει την συμπερίληψη, την διεύρυνση των οριζόντων, την ουσιαστική γνώση αλλά και την ανάπτυξη προσωπικής κρίσης.

Πάνος Ζυγούρος: Εγώ ήμουν τυχερός και κατάφερα να βρω μέσα σε αυτό το άθλιο εκπαιδευτικό σύστημα που έχουμε, σημαντικούς φίλους και λίγο χώρο να αναπτύξω τις δικές μου δεξιότητες. Ωστόσο, πάλεψα γι’αυτό. Και στάθηκα και τυχερός εννοείται. Τα σχολεία μας δεν ασχολούνται με τις ανάγκες των μαθητών τους, πρέπει ο μαθητής να είναι τυχερός και να βρει κάτι που τον ενδιαφέρει μέσα στο πολύ περιορισμένο πλαίσιο δυνατοτήτων που του παρέχεται. Το ιδανικό σχολείο έχει σίγουρα πολύ παιχνίδι, αλληλεγγύη, και πολλά άλλα που ένας ειδικός σε θέματα παιδείας ξέρει καλύτερα από εμένα.

Κάποια στιγμή στην παράσταση, ακούμε ένα ποίημα, αυτή τη φορά του Ρόμπερτ Χέρικ, εμπνευσμένο από το ρητό Carpe Diem (Άδραξε τη μέρα). Αν έπρεπε να επιλέξεις εσύ τους στίχους ή τις λέξεις, τι θα έγραφες κάτω από τον τίτλο;

Στέφανος Παπατρέχας: Νομίζω τις λέξεις:
Α ναζήτηση
Δ ράση
Ρ ώμη
Α νατροπή
Ξ εκλείδωμα
Ε πανάσταση
Τ όλμη
Η θος
Μ άθηση
Ε λευθερία
Ρ ομαντισμός
Α ντίσταση

Πάνος Ζυγούρος: Άκου τι θέλει ο εαυτός σου και να είσαι ειλικρινής μαζί του.

Τι είναι για σένα ποίηση;

Στέφανος Παπατρέχας: Εγώ προσωπικά αγαπώ την ποίηση. Είναι πολλοί ποιητές των οποίων οι στίχοι με έχουν αγγίξει και επηρεάσει: ο Ρίτσος, ο Καβάφης, ο Καρυωτάκης, ο Αναγνωστάκης είναι κάποιοι από τους πολύ αγαπημένους μου.
Αυτό που με γοητεύει είναι ο τρόπος που οι ποιητές με τις λέξεις τους καταφέρνουν να επηρεάσουν τον αναγνώστη, ο τρόπος που αγγίζουν όλα τα ζητήματα που διαχρονικά απασχολούν τον άνθρωπο, το ότι κάτι που σκέφτομαι και με προβληματίζει το διαβάζω εκφρασμένο υπέροχα από κάποιον άλλον και επικοινωνεί μαζί μου χωρίς να έχουμε ποτέ γνωριστεί. Είναι μια σύνδεση.

Πάνος Ζυγούρος: Ένας τρόπος να εκφραστείς χρησιμοποιώντας πια όχι μόνο τη λογική αλλά και τα πιο αφηρημένα στοιχεία, που πυροδοτούν την ψυχή. Το σ’αγαπώ ας πούμε δεν φτάνει πια, χρειάζεται να πεις κάτι πιο «κουνημένο» μπας και καταφέρεις και εκφράσεις πιο καλά αυτό το τεράστιο πράγμα μέσα σου που δεν βρίσκει τα λόγια για να ειπωθεί.

Η ποίηση όπως διδάσκεται στα σχολεία θεωρείς ότι προσελκύει τους μαθητές να την εξερευνήσουν;

Στέφανος Παπατρέχας: Όλα είναι θέμα κατ’ αρχάς συστήματος και κατά δεύτερον δασκάλου. Ήμουν πολύ τυχερός και είχα σχεδόν σε όλα τα σχολικά μου χρόνια εμπνευσμένους καθηγητές που αγαπούσαν τη δουλειά τους και μετέδιδαν αυτήν την αγάπη και σε μένα. Σαφώς ήμουν έτοιμος να δεχτώ όσα μου δίδασκαν, επειδή από τους γονείς μου είχα έρθει σε επαφή με την λογοτεχνία, την ποίηση, την τέχνη, πράγμα που δεν ισχύει, δυστυχώς, για όλους. Σίγουρα, ωστόσο, το εκπαιδευτικό μας σύστημα δεν βοηθάει – πιστεύω όχι τυχαία – στο να αγαπήσει κανείς την ποίηση.

Πάνος Ζυγούρος: Καθόλου, εγώ τη μισούσα. Έπρεπε απλώς να βρίσκουμε τις παρομοιώσεις και τις μεταφορές. Εμείς θέλαμε να πούμε αλήθειες με αφορμή την ποίηση, αλλά οι καθηγητές φοβόντουσαν και μας μιλάγανε για φιλολογίες.

Πόσο σημαντικό είναι να έχει κάποιος στη ζωή του έναν άνθρωπο σαν τον δάσκαλο Κήτινγκ ή αλλιώς Καπετάνιο; Τι σημαίνει η λέξη «καπετάνιος» για σένα;

Στέφανος Παπατρέχας: Ένας δάσκαλος έχει τεράστια ευθύνη απέναντι στους μαθητές του. Μπορεί να είναι η αφορμή για κάποιον να τα παρατήσει ή αντιθέτως να εξελιχθεί και να γίνει καλύτερος. Ωστόσο, ακόμη και αν δεν γνωρίσεις ανθρώπους τόσο μεταδοτικούς και παθιασμένους όσο ο Κήτινγκ, είναι δυνατόν να εμπνευστείς λίγο από τον καθένα και να βρεις ο ίδιος τον δρόμο σου. Είναι υπέροχο αν συναντήσεις έναν μεγάλο δάσκαλο, έναν μέντορα, αλλά δυστυχώς δεν είναι πολύ συχνό. Σημαντικό ρόλο βέβαια παίζει και το εκπαιδευτικό σύστημα και γενικότερα ο τρόπος με τον οποίο γίνεται το μάθημα. Στην χώρα μας πάντως το σύστημα της εκπαίδευσης, που γίνεται ολοένα και χειρότερο, δεν επιτρέπει σε έναν καθηγητή να δεθεί με τους μαθητές του, να αποκτήσει ουσιαστική σχέση μαζί τους και από την μια οι καθηγητές πηγαίνουν από σχολείο σε σχολείο χωρίς σοβαρούς μισθούς και αντιμετωπίζονται από την πολιτεία σχεδόν απαξιωτικά, ενώ από την άλλη οι μαθητές είναι πιεσμένοι από τα πολλά μαθήματα, τα φροντιστήρια και τα άγχη των εξετάσεων. Αυτό φυσικά μειώνει το πάθος και την λαχτάρα για αναζήτηση νέων τρόπων και μετάδοσης της γνώσης.

Πάνος Ζυγούρος: Καθοδηγητής θα έλεγα. Σου δείχνει έναν δρόμο, μια κατεύθυνση και εσύ εμπνέεσαι και φτιάχνεις το δικό σου δρόμο. Βασικά στη ζωή σου είναι ωραίο να έχεις ανθρώπους που νιώθεις ότι σ’ αγαπούν και σε στηρίζουν σε όλες σου τις επιλογές. Αυτό χρειάζεται και εννοείται αν υπάρχουν και κάποιοι με περισσότερη γνώση από εσένα, αποκτάς όχι μόνο το στήριγμα αλλά και τα όπλα να πας πολύ παρακάτω.

Τι είναι για σένα «Ο Κύκλος των Χαμένων Ποιητών»; Τον αναζητάς στη ζωή σου;

Στέφανος Παπατρέχας: Ο κύκλος για μένα συμβολίζει από την μια την ουσιαστική και συνειδητή στροφή προς έναν τολμηρό και δυνατό εαυτό, ελεύθερο από τις κοινωνικές νόρμες της εποχής και των όσων επιθυμούν οι άλλοι από εμάς. Είναι όμως και το μοίρασμα αυτού του οράματος με τους άλλους, η σύμπραξη, η διεύρυνση μιας υγιούς και επαναστατικής κοινωνίας.

Πάνος Ζυγούρος: Είναι η πρωτοβουλία των μαθητών να πάρουν την μόρφωσή τους στα χέρια τους. Ναι, προσπαθώ πολύ κι εγώ στη ζωή μου αυτό που δεν μου το δίνουν, ή δεν το βρίσκω, να το δημιουργώ μόνος μου.

Πες μας την πιο δύσκολη, αμήχανη και χαρούμενη στιγμή που έζησες πάνω στη σκηνή.

Στέφανος Παπατρέχας: Είμαι ήδη 14 χρόνια σε αυτόν τον χώρο και ως εκ τούτου έχω βιώσει πολλές και έντονες στιγμές πάνω στη σκηνή. Παρόλα αυτά είναι τόσο βιωματικό όλο αυτό που θεωρώ πως η οποιαδήποτε περιγραφή θα αφαιρέσει όλο το ενδιαφέρον κομμάτι αυτών των εμπειριών. Είναι αυτό που λέμε «έπρεπε να ήσουν εκεί». Ίσως κάτι που θα μπορούσα να απαντήσω χωρίς να χάνεται η αίσθηση της στιγμής εκείνης, είναι η υπόκλιση στην πρεμιέρα ενός δικού μου έργου το οποίο συν-σκηνοθετούσα και στο οποίο έπαιζα. Ήταν απερίγραπτη η χαρά και η συγκίνηση και ελπίζω πως θα το ξαναζήσω πάλι σε μερικούς μήνες.

Πάνος Ζυγούρος: Α αυτά είναι για να μένουν στη σκηνή, δεν θέλω να χαλάσω τη μαγεία. Είναι ωραίο νομίζω για τον θεατή να χάνεται στην ιστορία και να μην σκέφτεται ότι αυτοί οι τύποι εκεί πάνω τώρα είναι κάποιοι άλλοι που μας παριστάνουν κάτι. Να μην βλέπει δηλαδή όσο γίνεται τους ηθοποιούς αλλά τους ήρωες.

Ταυτότητα της Παράστασης

Κείμενο: Τομ Σούλμαν
Μετάφραση:Νικολέτα Κοτσαηλίδου
Δραματουργική επεξεργασία: Κωνσταντίνος Ασπιώτης
Σκηνοθέτης:Κωνσταντίνος Ασπιώτης
Σκηνογραφία:Αρετή Μουστάκα
Κοστούμια:Ηλένια Δουλαδίρη
Φωτισμοί: Ζωή Μολυβδά Φαμέλη
Μουσική:Μαρίζα Ρίζου
Χορογραφία:Φαίδρα Νταϊόγλου
Κίνηση:Φαίδρα Νταϊόγλου
Ερμηνεύουν:Άκης Σακελλαρίου, Τάσος Χαλκιάς, Σπύρος Τσεκούρας, Πάνος Ζυγούρος, Θοδωρής Θεοδωρακόπουλος, Νικόλας Παπαϊωάννου, Θησέας Παπαπαναγιώτου, Στέφανος Παπατρέχας, Σταύρος Τσουμάνης, Τάσος Τυρογαλάς, Αλέξανδρος Τωμαδάκης, Ειρήνη Λαφαζάνη, Λυδία Στέφου.

Σχολιάστε