Ενθουσιασμοί

Τούμπα το τραπέζι
κι ωστόσο όλο το βράδυ μια μαύρη καταιγίδα μάς πότιζε μια καταιγίδα που τώρα μαζεύεται πάνω από τα κεφάλια τους -στα λόγια ο Νίκος Σταϊκούλης

κι είπε ο νοικοκύρης
Πετάγεται κάποια στιγμή ένα τσογλάνι και φωνάζει «μας σκοτώνουν!» Μού ‘κοψε ο μαλάκας το χασμουρητό. -στα λόγια ο Νίκος Σταϊκούλης

Η ποίηση γουργουρίζει
Όταν εγκαταλείπω τις προσπάθειες και πάω πια να κοιμηθώ τότε θυμάται πως υπάρχω -στα λόγια ο Νίκος Σταϊκούλης

Γι’ αυτό και γράφω για σένα
Γράφουμε όχι μόνο για όσα δεν είπαμε μα και για όσα δεν αντέχουμε να σκεφτούμε. -στα λόγια ο Νίκος Σταϊκούλης

Μας εγκατέλειψε οριστικά
Αθήνα οι δρόμοι σου φόβος τις νύχτες τα λεωφορεία σου γεμάτα όνειρα που πάνε κι έρχονται στη δουλειά και στο σπίτι. -στα λόγια ο Νίκος Σταϊκούλης

Πέφτουν τα χρόνια πάνω μας σαν καλοκαίρι
Γι’ αυτό και ρίχναμε ατέλειωτες κατάρες μόλις ερχόταν ο Ιούνης γι’ αυτό και κάθε βράδυ στα κρυφά γεννούσαμε απ’ την ανάσα μας έναν δικό μας χειμώνα -στα λόγια ο Νίκος Σταϊκούλης

Η στιγμή που ο κόσμος όλος παθαίνει ασφυξία
Κι ένα βράδυ -ποιο βράδυ; εγώ μιλάω για απόψε- βγήκε το κάθε ποντίκι απ’ τις σκιές βρήκε τον μπάσταρδο που το είχε κλωτσήσει κι έτσι αργά και ήσυχα χωρίς να διαταράξει όντως τον ύπνο του του έκοψε το λαιμό -στα λόγια ο Νίκος Σταϊκούλης

Να καταργήσουμε το καλοκαίρι
μας έφτανε η θάλασσα κι ένας καλός ύπνος το μεσημέρι τώρα δεν έχουμε τι να κάνουμε τα χέρια μας πιάνουμε βιβλίο αφήνουμε βιβλίο πιάνουμε σώμα αφήνουμε σώμα -στα λόγια ο Νίκος Σταϊκούλης

Δεν βγαίνει έτσι
τα κύματα να μένουν ακίνητα και βουβά έχεις δει πόσο τρομακτικό θέαμα είναι μια ακίνητη θάλασσα; ακίνητη αναγραμματισμός του ανίκητη το ‘ριξα στις λεξιπλασίες -στα λόγια ο Νίκος Σταϊκούλης


Απέναντι
Η ποίηση σε δελεάζει με την εξομολόγηση και τα τσιγάρα. Σου λέει: «Έλα μπες, καλωσήρθες. Κάπνισε όσα τσιγάρα θέλεις. Μα δεν σε ρώτησα, καπνίζεις; Θα καπνίσεις.

Μπλε
Με τον καιρό το έμαθα, έδωσα το όνομά του κι όλοι μου έλεγαν: «το ψάρι σου είναι μπλε και πρέπει να το αλλάξεις.»

Φράτζαϊλ
όταν φοβόμαστε γι’ αυτά που ψιθυρίζουμε στον εαυτό μας τότε ένα εκκωφαντικό κρακ ακούγεται μπροστά στα μάτια μας


Το βάρος των λέξεων
τώρα που βγήκαν με κομμένη την ανάσα γυμνώθηκαν μεμιάς στο φως άχνισαν οι μανδύες και τα στέμματα έπεσαν τα μαλλιά τους

Ηχώ
Χτύπησα, όπως μου είπες, την πόρτα αλλά δεν άνοιξε κανείς. Ζήτησα το νερό, όμως κανείς δεν με ξεδίψασε.

Στροφή
Μετά από τόσες εμπειρίες, μετά από το ταξίδι, ο άνθρωπος σε όποιον τόπο και να φτάσει Ιθάκη θα τον πει.

Δοκίμιο για την ποίηση
Το ποίημα δε χωρά πουθενά για να το πάρεις δικό σου και η ποίηση για να μονολογείς πως τη γνωρίζεις.

Η απώλεια
Τα πρόσωπα άλλαξαν κι έχουν κάτι παράξενα μάτια τώρα πάνω τους, ξύλινα, που δεν λένε την αλήθεια.

Φόρτωση…
Something went wrong. Please refresh the page and/or try again.