-στα λόγια ο SideliK_2 /
στη φωτογραφία o @godspeecs
Θέλω να γίνω 23. Να σοκάρομαι από μετεφηβικά, φοιτητικά κι ανάρμοστα αλισβερίσια λες και είναι η πρώτη μου φορά. Από τις πρώτες. Να πιάνω την πένα λαίμαργα, λίγο πριν ξεμεθύσω και να γράφω για τις μικρές ώρες που μόλις πέρασαν.
Την κρατούσα από τη μέση ενώ με κράταγε από το κέρατο. Πίσω απ’ την πλάτη της βαστά το μαχαίρι.
«Θα στο μπήξω αν με διώξεις»
Ή μήπως:
«Διώξε με και μπήχτο μοναχός σου..;»
Δεν της είπα να τα μαζέψει και να φύγει, κώλωσα.
Κατέβηκα απ’ το αυτοκίνητο και πήρα το πρώτο ταξί για τα Εξάρχεια. Περπάτησα γιομάτος κοινωνικό στρες κι έτρεξα τη διάβαση με κόκκινο φανάρι. Μίλησα λίγο με τα μόμολα στον πεζόδρομο. Ψώνισα μπύρα, μαύρο, ήπια, πάρταρα και φασώθηκα. Με θέα, ένα ξεχειλισμένο από χαρτιά υγείας κάδο, περιμένοντας να μπω στη τουαλέτα.
Η άλλη; Δε ξέρω και δε με νοιάζει.
Εγώ; Νιώθω το χρόνο να παγώνει πάνω από μια λεκάνη, που φιλάρω ξερατό μα σιχαίνομαι που ακουμπάω. Περνάνε ώρες και λεπτά, η σάρκα απόγινε κουκούλι. Ακούω ένα χτύπο, δύο νυχιές φτάνουν στη πλάτη. Πολύ αργά, αποδήμησα εις την Τέχνη.
Όχι πια έρωτας.
