Τζακ Κέρουακ: «Κάποια μέρα θα βρω τις κατάλληλες λέξεις και θα είναι απλές»


-στα λόγια ο Νίκος Σταϊκούλης

Τον Απρίλιο του 1951, μετά από μερικά ταξίδια στα οποία έφτασε από το Σικάγο έως την πόλη του Μεξικό, κάθεται και γράφει, μέσα σε μόλις τρεις εβδομάδες, ένα χειρόγραφο πάνω σε ένα συνεχόμενο ρολό χαρτί 37 μέτρων. Έξι χρόνια μετά εκδίδεται το «Στο Δρόμο», το βιβλίο που κατέστη το σήμα κατατεθέν μιας ολόκληρης καλλιτεχνικής γενιάς, της Beat Generation, και το οποίο έκανε διάσημο σε ολόκληρο τον κόσμο τον δημιουργό του: τον Τζακ Κέρουακ.

Βιογραφία


Γεννήθηκε στις 12 Μαρτίου του 1922, στο Λόουελ της Μασαχουσέτης από Γαλλο – Καναδούς γονείς. Στο σπίτι μιλούσε γαλλικά ενώ την αγγλική γλώσσα δεν την έμαθε παρά μόνο όταν πήγε στο σχολείο. Ο Κέρουακ περιγράφει την οικογενειακή ζωή: «Ο πατέρας μου έρχεται στο σπίτι από το τυπογραφείο του και λύνει τη γραβάτα του και βγάζει το γιλέκο του τού 1920, και κάθεται στο τραπέζι με χάμπουργκερ και βραστές πατάτες και ψωμί και βούτυρο, και με τα μικρά παιδιά και την καλή γυναίκα.»

Το καλοκαίρι του 1926 η οικογένεια βιώνει μια τρομακτική τραγωδία: ο μεγαλύτερος  και αγαπημένος αδερφός του Τζακ, ο Τζέραρντ, πεθαίνει σε ηλικία 9 ετών από ρευματικό πυρετό. Η οικογένεια Κέρουακ, βυθισμένη στη θλίψη, αφιερώνεται ακόμη πιο πολύ στην Καθολική της πίστη, αν και ο πατέρας εγκαταλείπει τη θρησκεία και αφιερώνει το χρόνο του στο ποτό, τον τζόγο και το κάπνισμα.
Αυτά σημάδεψαν την παιδική ηλικία του Τζακ (τεσσάρων χρονών τότε), ο οποίος θα δηλώσει αργότερα ότι ο Τζέραρντ τον ακολουθεί στη ζωή του σαν φύλακας άγγελος, ενώ το βιβλίο του «Οράματα του Τζέραρντ» αναφέρεται στον αδερφό του και το τραγικό αυτό γεγονός. Η γραφή του είναι, επίσης, γεμάτη με ζωντανές μνήμες από τις καθολικές θρησκευτικές πρακτικές.

Σαν παιδί οι αγαπημένες του ασχολίες ήταν το διάβασμα και τα αθλήματα. Αν και ονειρευόταν να γίνει συγγραφέας και να γράψει το «μεγάλο Αμερικανικό μυθιστόρημα», θεωρούσε ότι τα σπορ ήταν το εισιτήριό του προς μια ασφαλή ζωή. Με τη Μεγάλη Ύφεση και τις διάφορες ατυχίες να βυθίζουν την οικογένειά του στη φτώχεια, ο Κέρουακ έβλεπε τις άριστες επιδόσεις του στην αθλητική ομάδα του λυκείου του Λόουελ ως μέσο για κάποια κολεγιακή υποτροφία και,  στη συνέχεια, για μια ασφαλή δουλειά που θα έσωζε τα οικονομικά της οικογένειάς του.

Το 1939 καταφέρνει όντως να λάβει  μια υποτροφία για το Πανεπιστήμιο Κολούμπια, κι έτσι σε ηλικία 17 ετών μετακομίζει στην Νέα Υόρκη. Από τα πολλά και εντυπωσιακά πράγματα που ανακαλύπτει εκεί ο Κέρουακ, και ίσως το περισσότερο επιδραστικό στη ζωή του, είναι η τζαζ. Εκείνη τη χρονιά ξεκινά επίσης να γράφει σοβαρά, εργάζεται ως δημοσιογράφος και δημοσιεύει σύντομα διηγήματα.

Στο πολεμικό ναυτικό

Στη συνέχεια ακολουθούν μερικά μπερδεμένα χρόνια, στα οποία παρατάει τις σπουδές του και το πανεπιστήμιο, κάνει πρόχειρες δουλειές αναζητώντας ταυτόχρονα τι θα κάνει στη ζωή του και κατατάσσεται στις τάξεις του πολεμικού ναυτικού για να πολεμήσει στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά υπηρετεί μονάχα ελάχιστες μέρες λόγω διάγνωσής του με «ισχυρές σχιζοειδείς τάσεις».
Παραμένει, ωστόσο, στην Νέα Υόρκη και εκείνη είναι η περίοδος που θα γνωρίσει όλα τα πρόσωπα που αργότερα θα αποτελέσουν την Μπητ γενιά, με προεξέχοντες τον ίδιο, τον Γουίλιαμ Μπάροουζ και τον Άλλεν Γκίνσμπεργκ.

Γκίνσμπεργκ και Κέρουακ

Το 1944 παντρεύεται την, για χρόνια κοπέλα, του Έντι Πάρκερ, μετά την υπόθεση δολοφονίας του Ντέιβιντ Κάμερερ και τη φυλάκιση του Λούσιεν Καρ, φίλου τόσο του Κέρουακ όσο και του Μπάροουζ. Οι δύο τελευταίοι είχαν συλληφθεί ως ύποπτοι για συνενοχή στη δολοφονία και ο πατέρας του Κέρουακ αρνήθηκε να πληρώσει την εγγύησή του, πράγμα που προθυμοποιήθηκε να κάνει η οικογένεια της Πάρκερ με τον όρο ο Τζακ να παντρευτεί την κόρη τους. Ο γάμος τους ωστόσο διατηρείται ουσιαστικά για  μερικούς μήνες και ακυρώνεται οριστικά το 1948, ενώ ο Κέρουακ έμενε ήδη με τη μητέρα του, η οποία επίσης είχε μετακομίσει στη Νέα Υόρκη.

Τζακ Κέρουακ, Άλλεν Γκίνσμπεργκ και άλλοι στη Νέα Υόρκη το 1959

Περνά τα επόμενα χρόνια του ταξιδεύοντας ασταμάτητα με το αυτοκίνητο σε ολόκληρη τη χώρα παρέα με τον Νιλ Κάσσαντι, επίσης μέλος της Μπητ παρέας, πειραματιζόμενος με τον Βουδισμό και κρατώντας σημειώσεις για τα μετέπειτα έργα του. Το 1950 παντρεύεται την Τζόαν Χάβερτι, αλλά την άνοιξη του 1951, ενώ η ίδια είναι έγκυος στη μοναδική κόρη του Τζακ, Ζαν Κέρουακ, τον εγκαταλείπει και παίρνουν διαζύγιο. Τα επόμενα χρόνια ο Κέρουακ εξακολουθεί να γράφει και να ταξιδεύει στις Ηνωμένες Πολιτείες και το Μεξικό, βιώνοντας όμως συχνά επεισόδια αλκοολισμού, κατάθλιψης και εθισμού στα ναρκωτικά.

Ο Νιλ Κάσσαντι

Το 1966 παντρεύεται την τελευταία του σύζυγο, την ελληνικής καταγωγής Στέλλα Σάμπας, που ήταν επίσης από το Λόουελ, ενώ εκείνα τα χρόνια αντιμετωπίζει μια σειρά από τραγωδίες, όπως το θάνατο της μεγαλύτερης αδερφής του, ένα εγκεφαλικό επεισόδιο της μητέρας του και το θάνατο του πολυαγαπημένου του Νιλ. Στις 21 Οκτωβρίου του 1969, ως αποτέλεσμα του χρόνιου αλκοολισμού του, πεθαίνει από αιμορραγία του στομάχου σε ηλικία μόλις 47 ετών.

Τα πρώτα βήματα


Όπως αναφέρθηκε, ο Κέρουακ είχε από την παιδική του ηλικία το όνειρο να γίνει συγγραφέας, ωστόσο ξεκίνησε να γράφει περισσότερο συστηματικά μόνο όταν μετακόμισε στην Νέα Υόρκη, σε ηλικία 17 ετών.  Το 1942 γράφει το πρώτο του μυθιστόρημα το «Η θάλασσα τ’ αδέρφι μου» και μερικά χρόνια αργότερα, στα τέλη της δεκαετίας του ’40 γράφει το «Η Κωμόπολη και η Πόλη», μία ιδιαίτερα αυτοβιογραφική αφήγηση για την αντίθεση των αξιών μιας οικογένειας προερχόμενης από μια μικρή πόλη, απέναντι στον ενθουσιασμό για τη ζωή στη μεγαλούπολη. Το βιβλίο εκδόθηκε το 1950 με τη βοήθεια μερικών καθηγητών του Γκίνσμπεργκ από το Κολούμπια, υπό το ψευδώνυμο «Τζον Κέρουακ» και, παρά το γεγονός πως έλαβε αξιοσημείωτες κριτικές και ένα μέσο αναγνώρισης για τον Τζακ, δεν είχε υψηλές πωλήσεις ούτε και έκανε τον συγγραφέα του διάσημο. Αυτό έγινε τελικά εφικτό με την αμέσως επόμενη εκδοτική του απόπειρα που δεν ήταν άλλη από το θρυλικό «Στο δρόμο».

Στα επόμενα χρόνια ο Κέρουακ ταξιδεύει συνεχώς και γράφει, δουλεύοντας πάνω σε προσχέδια με τους διστακτικούς τίτλους «Η Μπητ γενιά» ή «Φεύγοντας στο Δρόμο». Τα ταξίδια του σε όλη τη χώρα με τον Νιλ του παρείχαν τελικά την απαραίτητη έμπνευση για το μεγαλύτερο έργο του, το «Στο Δρόμο», μια –σχεδόν εξ’ ολοκλήρου αυτοβιογραφική- καταγραφή αυτών των roadtrips γεμάτη με σεξ, ναρκωτικά και τζαζ. Η συγγραφή του ίδιου του βιβλίου είναι αντικείμενο θρύλου:  σε ένα ξέσπασμα φρενήρους δημιουργίας, ολοκλήρωσε το αρχικό χειρόγραφο μέσα σε μόλις τρεις εβδομάδες, τον Απρίλιο του 1951 και ενώ ζούσε με την δεύτερη γυναίκα του, Τζόαν Χάβερτι. Πριν να ξεκινήσει, έκοψε μεγάλα φύλλα χαρτιού σε λωρίδες αρκετά ευρείες για γραφομηχανή και τις κόλλησε όλες μαζί σε ένα ρολό 37 μέτρων, επιτρέποντάς του έτσι να δακτυλογραφεί ασταμάτητα χωρίς παύσεις για να γεμίσει ξανά χαρτί, ενώ η σύζυγός του τον τροφοδοτούσε με βενζεδρίνη, τσιγάρα, σούπα αρακά και κούπες καφέ για να τον βοηθήσει να συνεχίσει. Το αποτέλεσμα ήταν ένα χειρόγραφο χωρίς καθόλου κεφάλαια ή παραγράφους και πολύ περισσότερο κατηγορηματικό από αυτό που τελικά θα εκδιδόταν.

Αυτή η διαδικασία ήταν μάλλον η καλύτερη έκφραση εκείνου που ο Κέρουακ ονόμαζε «αυθόρμητη γραφή», ένα στυλ γραψίματος που δεν επιδεχόταν αναθεωρήσεις και έμοιαζε πολύ με τους αυτοσχεδιασμούς των αγαπημένων του τζαζ μουσικών. Ωστόσο, αν και αυθόρμητο, η αλήθεια είναι ότι ο Τζακ είχε προετοιμάσει αρκετό καιρό πριν το έργο, κρατώντας σημειώσεις στα ημερολόγιά του όλα αυτά τα χρόνια, κυοφορώντας στην ουσία αυτό το θρυλικό λογοτεχνικό ξέσπασμα.

Παρόλο που το χειρόγραφο ολοκληρώθηκε τόσο σύντομα, ο Κέρουακ δυσκολεύτηκε αρκετά για να βρει εκδότη. Οι εκδότες απέρριπταν το «Στο Δρόμο» εξαιτίας του πειραματικού στυλ του, του σεξουαλικού – ομοφυλοφιλικού  του περιεχομένου και των αναφορών σε χρήση ναρκωτικών. Το βιβλίο θα καταφέρει να εκδοθεί τελικά 6 χρόνια αργότερα, το 1957, αν και μετά από αρκετές αναθεωρήσεις πριν την έκδοση.

Μερικές εβδομάδες μετά, μια κριτική στους The New York Times ανακήρυσσε τον Κέρουακ ως τη φωνή μια νέας γενιάς. Ο Τζακ αναγνωρίστηκε ως μεγάλος Αμερικανός συγγραφέας και η φιλία του με τους Γκινσμπεργκ και Μπάροουζ έγινε περιβόητη εκπροσώπηση της Μπητ γενιάς, όρος που γεννήθηκε από τον ίδιο τον Κέρουακ κατά τη διάρκεια μιας συνέντευξης. Ωστόσο, η προσφώνησή του ως «βασιλιά των Μπητ» ενοχλούσε τον ίδιο και η απότομη φήμη που απέκτησε με το βιβλίο αυτό αποδείχθηκε μια δύσκολη υπόθεση για εκείνον. Αν και η διασημότητα του προσέλκυσε διάφορους εκδότες για τα υπόλοιπα ανέκδοτα χειρόγραφά του, ο Κέρουακ λίγους μήνες μετά δεν ένιωθε πλέον ασφαλής στα δημόσια φώτα. Όπως το έθεσε η τότε σύντροφός του Τζόις Τζόνσον «ο Τζακ έπεσε για ύπνο αφανής και ξύπνησε διάσημος».

Συνέντευξη του Κέρουακ στην εκομπή του Στηβ Άλλεν, 1959

Αναγνώριση και κληρονομιά


Στα χρόνια που μεσολάβησαν μεταξύ της σύνθεσης και της έκδοσης του «Στο Δρόμο», ο Κέρουακ ταξιδεύει διαρκώς, πειραματίζεται με τον Βουδισμό και γράφει πολλά βιβλία που μένουν όμως ανέκδοτα. Το επόμενο έργο του που εκδίδεται είναι το «Οι αλήτες του Ντάρμα» (1958), που περιγράφει τα άτσαλα βήματα του Κέρουακ προς τον πνευματικό διαφωτισμό. Τον ίδιο χρόνο εκδίδει το βιβλίο «Οι Υποχθόνιοι» και το 1959 τρία ακόμη έργα, τα «Δρ. Σαξ», «Mexico City Blues» και «Μάγκι Κάσσιντι». Τα περισσότερο γνωστά μετέπειτα έργα του είναι τα «Βιβλίο των Ονείρων»(1961), «Οράματα του Τζέραρντ» (1963) και «Ματαιοδοξία του Ντουλουόζ» (1968) το οποίο μάλιστα θεωρούσε ως το πιο σημαντικό του βιβλίο. Έγραψε επίσης αρκετά ποιήματα και δημοσίευσε μερικά άλμπουμ με απαγγελίες κατά τα τελευταία χρόνια της ζωής του.

Η προσωπικότητα του Κέρουακ και το λογοτεχνικό του έργο είχαν τεράστια απήχηση στη ροκ μουσική σκηνή της δεκαετίας του 1960. Καλλιτέχνες όπως ο Μπομπ Ντύλαν, οι Μπιτλς, η Πάτι Σμιθ, ο Τομ Γουέιτς, οι Grateful Dead και οι Doors, αναφέρθηκαν στον Κέρουακ ως σημαντική επιρροή στη μουσική και τον τρόπο ζωής τους. Ειδικά οι Doors, και κυρίως ο Τζιμ Μόρισον και ο Ρέι Μανζάρεκ, ορίζουν τον Κέρουακ και το «Στο Δρόμο» ως μια από τις μεγαλύτερες επιρροές της μπάντας, με τον Μανζάρεκ μάλιστα να δηλώνει πως «αν ο Τζακ Κέρουακ δεν είχε γράψει ποτέ το Στο Δρόμο, οι Doors δεν θα είχαν υπάρξει.»

Μπομπ Ντύλαν και Άλλεν Γκίνσμπεργκ στον τάφο του Κέρουακ
Γκίνσμπεργκ και Ντύλαν σε συγκέντρωση καλλιτεχνών


#4 φράσεις του Τζακ που επιλέγει η {στίξη}


«Η νύχτα είναι πιο μεγάλη από τη μέρα γι’ αυτούς που ονειρεύονται και η μέρα είναι πιο μεγάλη από τη νύχτα γι’ αυτούς που πραγματοποιούν τα όνειρά τους.»


«Εκεί που κάποιοι βλέπουν τρελούς, εμείς βλέπουμε μεγαλοφυΐες. Γιατί οι άνθρωποι που είναι αρκετά τρελοί για να πιστεύουν ότι μπορούν ν’ αλλάξουν τον κόσμο, είναι αυτοί που στο τέλος το κάνουν».


«Οι μόνοι που αξίζουν για ‘μένα είναι οι τρελοί, αυτοί που τρελαίνονται να ζήσουν, να μιλήσουν, να σωθούν, που ποθούν τα πάντα την ίδια στιγμή, αυτοί που ποτέ δεν χασμουριούνται ή δεν λένε κοινότοπα πράγματα, αλλά που καίγονται, καίγονται, καίγονται σαν τα μυθικά κίτρινα ρωμαϊκά κεριά».


«Είδα ότι η ζωή μου ήταν μία μεγάλη λαμπερή κενή σελίδα και μπορούσα να κάνω οτιδήποτε ήθελα».

#4 περιστατικά από τη ζωή του Κέρουακ που πιθανόν να μη γνώριζες


Αν και μεγάλο μέρος του «Στο Δρόμο» είναι επικεντρωμένο στην οδήγηση, ο Κέρουακ δεν κατείχε δίπλωμα αυτοκινήτου και ήταν ο Κάσσαντι που οδηγούσε κυρίως κατά τη διάρκεια των ταξιδιών τους. Ο Τζακ έμαθε τελικά να οδηγά σε ηλικία 34 ετών, ωστόσο ποτέ δεν απέκτησε κανονικό δίπλωμα.


Το πρώτο του βιβλίο, «Η Θάλασσα τ’ αδέρφι μου», ήταν αποτυχία, τουλάχιστον σύμφωνα με τον ίδιο. Δεν έκανε ποτέ προσπάθεια να το εκδώσει κι έτσι το βιβλίο δημοσιεύτηκε τελικά το 2011, 42 περίπου χρόνια μετά τον θάνατό του.


Ενώ το «Στο Δρόμο» του χάρισε τεράστια φήμη, η θέση του ως προεξέχον μέλος του Μπητ κινήματος είχε και μια σκοτεινή πτυχή. Σε μια περίπτωση, τρεις άντρες του επιτέθηκαν στην Νέα Υόρκη και ο τραυματισμός ήταν τόσο σοβαρός που ο Κέρουακ θεωρούσε επικίνδυνο μετά από αυτό να κυκλοφορεί έξω.


Μετά την επιτυχία του ως φημισμένος συγγραφέας και ποιητής, ο Κέρουακ δούλεψε επίσης και μια μικρού μήκους ταινία, το Pull My Daisy. Το κείμενο και η αφήγηση ήταν από τον ίδιο, η σκηνοθεσία από τους Ρόμπερτ Φρανκ και Άλφρεντ Λέσλι, ενώ πρωταγωνιστές ήταν ο Γκίνσμπεργκ και ο Πίτερ Ορλόφσκι, ανάμεσα σε άλλους.
Ακολουθώντας πιστά το στυλ του Μπητ κινήματος, το μεγαλύτερο μέρος του φιλμ είναι αυτοσχεδιασμός και η πλοκή έχει αυθόρμητη φύση.


*Προτεινόμενη ταινία: On the road (2012)

*Προτεινόμενη μουσική: Jack Kerouac & Steve Allen ~ Poetry For The Beat Generation (LP, 1959)

*Προτεινόμενο βιβλίο: Στο Δρόμο -Το αρχικό χειρόγραφο

Πηγές: Biography | Wikipedia
-Φωτογραφίες από Pinterest

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s