Διπλωπία


-στα λόγια η Ισμήνη Κατσάβαρου

{And I know I meant nothing, nothing to you
But I thought I meant something, something, something
But I just said nothing, said nothing, said nothing
Sat and watched you drive away}

Έλα. Καλημέρα, τι γίνεται; Καλά μωρέ, σηκώθηκα έκανα καφέ και τώρα θα ανοίξω λάπτοπ να δουλέψω, λες και δεν ξέρεις, τι με ρωτάς, νομίζω ότι γι’ αυτό που μπορείς να είσαι σίγουρος για εμένα, είναι ότι πίνω καφέ πριν πλύνω το πρόσωπό μου και ότι δουλεύω, έχω μάθει όλους τους χρόνους, τις προσαυξήσεις και τις πιθανές σύνθετες λέξεις που μπορούν να την εμπεριέχουν, περισσότερο απ’ ό,τι εμπεριέχομαι εγώ σ’ εσένα. Μη γελάς. Νιώθω ότι ξέρω τι θα γίνει το επόμενο Σαββατοκύριακο, πώς σε αποκαλώ όταν με παίρνεις τηλέφωνο, ξέρω ακόμα τι φαγητό μαγειρεύω συνήθως τις Πέμπτες, ποιες μέρες είμαι κουρασμένη και την συνέπεια της διάθεσης μου κάθε φορά που εισέρχεται από τα πνευμόνια μου –σα σφηνωμένη μέλισσα που έχει εγκλωβιστεί ανάμεσα τους και στρίβει με μανία τα μικροσκοπικά φτερά της, καθώς αγωνιά, να σκίσει το δέρμα και να εισπνεύσει από το λαιμό μου, λίγη ακόμη μυρωδιά, πριν αναγκαστεί, να αντιμετωπίσει– το δυσάρεστο συναίσθημα, που διαιρείται σε όλες και περισσότερες, προβολές, αμυντικούς μηχανισμούς, συναισθηματικές συγκρούσεις, ελλείψεις, ελλείψεις και ελλείψεις. Μονολογώ. Το κάνω πολλές φορές. Ίσως επειδή ξέρω ότι εσύ θα με καταλάβεις. Ή επειδή όντως θα ήθελα να το κάνεις ή να μπορείς να το κάνεις. Είχα ακούσει μια συνέντευξη ενός ηθοποιού που έλεγε ότι «Όταν παίρνεις κάποιον τηλέφωνο, έχεις επιλέξει ήδη την απάντηση που θα ήθελες να ακούσεις». Εγωιστικό αυτό, αλλά ίσως και να το έχω ανάγκη αυτήν την στιγμή. Λέω να μαγειρέψω αρακά σήμερα, έχω καιρό να φάω λαδερό. Έχω χαλάσει την διατροφή μου, πίνω περισσότερο απ’ ό,τι συνήθως και ξεχνάω αρκετές φορές αυτό που θέλει να πει το στόμα μου όταν κοιτάζει το απέναντι. Νομίζω ότι πλέον χρησιμοποιώ τις ίδιες λέξεις ή σου μιλάω για τα ίδια θέματα. Χάνει την δυναμική της η φαντασία μου. Έχει χωριστεί σε στρατόπεδα και εγώ συνήθως έχω τα πιόνια, κάνω την ίδια κίνηση επί οχτώ φορές και προσπαθώ να σου εξηγήσω, ότι δεν μου αρέσει πια το μωβ χρώμα, απλά συνήθισα να επιβιώνω σε αυτό. Τα μωβ χαλιά έχουν μια ηρεμία, όταν ξαπλώνεις πάνω. Το ξέρω, βέβαια, ότι εσύ τα μισείς, σου θυμίζουν μια άλλη εποχή, κι εσύ μισείς το φθινόπωρο. Δεν σου άρεσαν ποτέ οι εκφάνσεις του πένθους, ήθελες να μεταπηδάς στην Άνοιξη και στα μαλλιά μου, όσο τα έλουζα με τις ιδιοτροπίες του ήλιου. Δεν σε αδικώ, η απόλυτη ησυχία, τρομάζει κι εμένα. Κάθε βράδυ κοιμάμαι με μουσική κάτω από το μαξιλάρι, δεν θυμάμαι να στο έχω αναφέρει αυτό, για να εισέρχονται στα αυτιά μου λέξεις που αν τις άκουγα πραγματικά θα μου προκαλούσαν ηρεμία ή μια επιπρόσθετη γνώση, που θα με έκανε να αμφιβάλλω για τις τωρινές μου κατεκτημένες και ανολοκλήρωτες απολαύσεις αυτών. Τέλος πάντων, ήθελα απλά να σου πω, ότι μου έλειψες, ή ότι θα ήθελα να μιλάμε λίγο πιο κανονικά, να ακούω την φωνή σου πάνω στην δική μου, να ακούω την φωνή μου πάνω στην δική σου και να μην χρειάζεται να σηκώνω το ακουστικό ή εσύ το χέρι μου, αφού είναι απλά μια διπλή αντανάκλαση, που αμφιβάλλει σε ποιο πρόσωπο πρέπει να μιλήσει κάθε φορά.

-φωτογραφία από Pinterest

Σχολιάστε