–στα λόγια η Κωνσταντίνα Καλογεροπούλου
Ξεκίνησε σαν μια επιθυμία
Τότε που στοίβες μαζεύονταν τα φύλλα το φθινόπωρο
και ήθελες να βουτήξεις μέσα σαν τον Μαξ.
Και καταπίναμε σφαίρες· να τις χωνέψουμε μάταιο, ακατόρθωτο.
Πόσο στενάχωρη αυτή η αδικία!
Να δούμε,να ακούσουμε
Ουρανοξύστες, κάστρα, γέφυρες
κοχύλια, πυθίες,καστανιέτες·
και έτσι οπως τρίζει το ξύλινο το πάτωμα, έρχεται
η στιγμή που κάνεις μια παύση και ξέρεις πλεον·
πως αγωνίζεσαι σε κούρσα
άλογα γαλαρίας που αρχίζουν να πλήττουν
και κάπου στο ενδιάμεσο μεγαλώσαμε και λίγο και ξεχάσαμε,
ό,τι πιότερο είχε σημασία έγινε γράμματα σε τάβλες κουκέτας
να τα βλέπουμε όταν κοιμόμαστε ανάσκελα, (Μαρία)
μην φοβάσαι·
η ευαισθησία είναι δυνάμη.
Στον ύπνο μας είδαμε την συνέχεια της κούρσας·
μα είναι περίεργο
ποιος είναι πρώτος
ποιος τελευταίος
γκρίζο το ενδιάμεσο πολλοί το διεκδικούν·
και το καλύτερο ποιο είναι
μπορεί να μην έχει σημασία κιόλας
δεν τελειώνει γρήγορα αυτή η κούρσα
άλλωστε είμαστε άλογα της γαλαρίας·
ίσως, λέω, μόνο ίσως
να έχει κάποιο νόημα αν κάνεις μια στάση,
λίγο πριν το τελευταίο εμπόδιο
και ακούσεις
το σινιάλο της εκκίνησης
που παίζει στο μυαλό μας
στο παρασκήνιο
μοιάζει με κρότο·
όπλου που στην κάνη του, έχει σφηνωμένο κατακόκκινο γαρύφαλλο.
-φωτογραφία από Pinterest–
