-στα λόγια ο Νίκος Σταϊκούλης
Μανιώδης επιστολογράφος, εσωστρεφής, φιγούρα που αναγνωρίζεται σχεδόν αμέσως από οποιονδήποτε έχει ασχοληθεί, ή και όχι, με το είδος του φανταστικού τρόμου στη λογοτεχνία. Ο άνθρωπος που στιγμάτισε την πορεία του τρόμου, έφτιαξε ένα ολόκληρο δικό του σύμπαν, εισήγαγε έννοιες και μορφές που μας προκαλούν ατμοσφαιρικό φόβο και επηρεάζουν μέχρι σήμερα την ποπ κουλτούρα σε όλες τις μορφές της. Ο Χ. Φ. Λάβκραφτ.

Βιογραφία
Γεννήθηκε στις 20 Αυγούστου του 1890 στο Πρόβιντενς του Ρόουντ Άιλαντ, από πατέρα πλανόδιο πωλητή κοσμημάτων και μητέρα της οποίας η καταγωγή έφτανε μέχρι και τους πρώτους αποίκους της Μασαχουσέτης το 1630. Ήταν το μόνο παιδί της οικογένειας και σε ηλικία 3 ετών έχασε τον πατέρα του μετά από οξύ ψυχωτικό επεισόδιο, διάγνωση για παραλυτική παράνοια και σύντομη νοσηλεία. Έκτοτε έζησε με τη μητέρα του, δύο θείες του και τον παππού του, ο οποίος τον ωθούσε από πολύ μικρό στα κλασσικά λογοτεχνικά έργα, όπως το «Χίλιες και μία νύχτες» ή παιδικές εκδόσεις των ομηρικών επών. Ταυτόχρονα, του αφηγούταν διάφορες ιστορίες και θρύλους γοτθικού τρόμου, εξάπτοντας τη φαντασία του μικρού αγοριού.
Ο μικρός Λάβκραφτ, έμοιαζε με παιδί θαύμα, αφού σε ηλικία 2 ετών μπορούσε ήδη να απαγγέλλει ποιήματα ενώ όταν έφτασε τα 6 ήταν σε θέση να συνθέτει τα δικά του. Παρόλα αυτά δεν κατάφερνε να παρευρεθεί στο σχολείο, επειδή ήταν παιδί φιλάσθενο και, όπως αναφέρεται, έπασχε από μια σπάνια ασθένεια που ονομάζεται ποικιλοθερμία, η οποία προκαλεί χαμηλή θερμοκρασία του δέρματος. Ως εκ τούτου, ο μικρός Χάουαρντ δεχόταν διδασκαλία στο σπίτι. Αναδείχθηκε σε δεινό αναγνώστη, λατρεύοντας τα έργα του Ε. Α. Πόε και αναπτύσσοντας ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την αστρονομία. Για μερικά χρόνια καταλήγει να είναι μια μοναχική φιγούρα, επιλέγοντας να μένει ως αργά το βράδυ ξύπνιος διαβάζοντας, μελετώντας και γράφοντας, και να κοιμάται ως αργά κατά τη διάρκεια της ημέρας. Αυτήν την περίοδο καταφέρνει, μάλιστα, να δημοσιεύσει μερικά άρθρα σχετικά με την αστρονομία σε διάφορες εφημερίδες.

Όταν το 1904 πέθανε και ο παππούς του, η οικογένεια ήρθε αντιμέτωπη με την φτώχεια και την εξαθλίωση, ως αποτέλεσμα κακής οικονομικής διαχείρισης της περιουσίας. Μετακόμισαν σε ένα πολύ μικρότερο σπίτι, γεγονός που στοίχισε πολύ στον Λάβκραφτ, με αποτέλεσμα να έχει τάσεις αυτοκτονίας για ένα διάστημα. Η κατάσταση αυτή κορυφώθηκε το 1908, όταν υπέστη νευρικό κλονισμό, και εξαιτίας αυτού δεν κατάφερε να λάβει σχολικό απολυτήριο, ούτε και να περάσει στο Brown University, πράγματα που δεν ξεπέρασε για το υπόλοιπο της ζωής του.
Δυστυχώς, μερικά χρόνια αργότερα, όταν ο Λάβκραφτ ήταν 29 ετών, την τύχη του πατέρα του ακολούθησε και η μητέρα του, η οποία έχασε τα λογικά της και νοσηλεύτηκε στο ίδιο νοσοκομείο όπου και πέθανε το 1921, λόγω χειρουργικών επιπλοκών. Λίγο καιρό μετά ο Χάουαρντ συμμετέχει σε ένα συνέδριο ερασιτεχνών δημοσιογράφων, όπου γνωρίζει την, κατά 7 χρόνια μεγαλύτερή του, Σόνια Γκρην. Αναπτύσσουν σχέση και τελικά παντρεύονται το 1924, μετακομίζοντας ταυτόχρονα στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης, όπου όμως ο Λάβκραφτ δεν μπόρεσε ποτέ να προσαρμοστεί. Ο γάμος τους δεν κράτησε πολύ και τελικά αποφασίζουν από κοινού να χωρίσουν , με τον ίδιο να επιστρέφει στο Πρόβιντενς, που θα γίνει ο τόπος κατοικίας του για το υπόλοιπο της ζωής του.
Τα τελευταία χρόνια ο Λάβκραφτ μετά βίας μπορούσε να συντηρήσει τον εαυτό του, αναλαμβάνοντας κυρίως δουλειές επιμελητή ή ghost-writer, προσπαθώντας να βγάλει τα προς το ζην. Παρά τις προσπάθειές του, όμως, στον συγγραφικό τομέα, τα πράγματα γίνονταν όλο και χειρότερα: τα οικονομικά χειροτερεύουν, αναγκάζεται να μετακομίσει με τη θεία του σε ένα ακόμη μικρότερο σπίτι, ενώ το 1936 διαγιγνώσκεται με καρκίνο του εντέρου και διαπιστώνεται ότι αντιμετωπίζει πρόβλημα υποσιτισμού. Τελικά, μετά από στερήσεις και συνεχείς πόνους, πεθαίνει το 1937 στο Πρόβιντενς του Ρόουντ Άιλαντ.

Τα πρώτα βήματα
Αρχικά ενδιαφερόταν για τη δημοσιογραφία κι έτσι, από πολύ νωρίς, κιόλας το 1899, ξεκίνησε να κυκλοφορεί με δικά του μέσα διάφορα έντυπα, με πρώτο να είναι το The Scientific Gazette και αργότερα, το 1915, το The Conservative, για τα οποία έγραψε αρκετά άρθρα και δοκίμια . Ως νεαρός ξεκίνησε να γράφει φανταστική λογοτεχνία, την οποία όμως για λίγο καιρό παραμέλησε, αφιερώνοντας το χρόνο του στην ποίηση και το δοκίμιο. Το 1917, ωστόσο, επιστρέφει σε αυτήν με περισσότερο προσεγμένα διηγήματα, όπως το «Ο Τάφος και ο Δαγών», που ήταν και το πρώτο έργο του που αγοράστηκε και δημοσιεύτηκε το 1923 στο περιοδικό Weird Tales, δίνοντάς του μια μικρή γεύση συγγραφικής επιτυχίας.
Η πιο παραγωγική του περίοδος ήταν προς τα τελευταία χρόνια της ζωής του, μετά την επιστροφή του στο Πρόβιντενς από το Μπρούκλιν. Την εποχή αυτή κάθεται και γράφει τα πιο διάσημα διηγήματά του για γνωστά pulp περιοδικά της περιόδου, αλλά και τα μυθιστορήματα «Η Περίπτωση του Τσαρλς Ντέξτερ Ουόρντ» (1928) και «Στα Βουνά της Τρέλας». Τον ίδιο χρόνο δημοσιεύει επίσης, ξανά στο Weird Tales, το «Κάλεσμα του Κθούλου», έργο που σκιαγραφεί καλύτερα από όλα την προσπάθεια του Λάβκραφτ να δημιουργήσει ένα δικό του σύμπαν τρόμου.

Το υλικό για τις παράξενες και τρομακτικές ιστορίες του αντλούσε, κυρίως, από τους εφιάλτες που είχε και από τις ενδόμυχες εικόνες στο υποσυνείδητό του, παράγοντες που έπλασαν τελικά έναν συμβολισμό ανεπανάληπτο. Η λατρεία που έτρεφε για τον Πόε επηρέασε βαθιά τον τρόπο γραφής του και τη θεματολογία του, ειδικά στις πρώτες του απόπειρες, ωστόσο ο άνθρωπος που τον διαμόρφωσε περισσότερο ήταν ο Άρθουρ Μάχεν, με τα διηγήματά του για το αρχέγονο Κακό και τις μυστικές πτυχές πίσω από την πραγματικότητα. Έτσι, από το 1923 ο Λάβκραφτ αναζήτησε τη δική του φωνή στο φανταστικό, πράγμα που κατέληξε σε αυτό που σήμερα ονομάζουμε Μυθολογία του Κθούλου, ένα σύμπαν εξωγήινων, φρικιαστικών όντων που προσπαθούν να κατατροπώσουν την ανθρωπότητα και που η ύπαρξή τους ενυπάρχει κρυφά στους αρχαίους μύθους και θρύλους. Σύμφωνα με το περιοδικό American Heritage, ο Λάβκραφτ κάποτε έγραψε: «Όλες μου οι ιστορίες βασίζονται στη θεμελιώδη πρόταση πως οι ανθρώπινοι νόμοι και τα συναισθήματα δεν έχουν καμία σημασία ή ισχύ για το σύμπαν στην ολότητά του».
Πέρα από το συγγραφικό του έργο, ο Λάβκραφτ έμεινε επίσης γνωστός για την μανιώδη επιστολογραφία του. Έγραφε τόσο συχνές και τόσο μεγάλες επιστολές, που κατέληξε να θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους επιστολογράφους του προηγούμενου αιώνα. Μεταξύ άλλων, αντάλλαζε επιστολές με τον Ρόμπερτ Μπλοχ (συγγραφέας του «Ψυχώ») και τον Ρόμπερτ Ε. Χάουαρντ (συγγραφέας του «Κόναν ο Βάρβαρος»), ενώ σε πολλές περιπτώσεις έβαζε ημερομηνία στα γράμματά του που ήταν πριν από 200 χρόνια, έτσι ώστε να τοποθετούνται χρονικά πριν από την Αμερικανική επανάσταση, που απεχθανόταν λόγω της αγγλοφιλίας του. Ωστόσο, δεν ανέπτυξε αυτό το ενδιαφέρον από μικρός, κάθε άλλο: «Όταν ήμουν νέος δεν έγραφα σχεδόν καθόλου επιστολές. Ακόμη και το να γράψω μία ευχαριστήρια κάρτα για ένα δώρο που λάμβανα ήταν τόσο μεγάλο βάρος για εμένα που θα προτιμούσα να γράψω μία κατήχηση ή μία εικοσασέλιδη διατριβή για τους δακτύλιους του Κρόνου», είχε δηλώσει το 1931. Αντίθετα, το έντονο ενδιαφέρον για τις επιστολές ξεκίνησε όταν άρχισε να ασχολείται με την ερασιτεχνική δημοσιογραφία και κατάλαβε πως, μέσα από αυτές, ερχόταν σε επαφή με πολλά άτομα και πολλές απόψεις που διεύρυναν τις αντιλήψεις του. «Βρέθηκα εκτεθειμένος σε δεκάδες διαφορετικές απόψεις, τις οποίες υπό άλλες συνθήκες δεν υπήρχε περίπτωση να γνωρίσω. Τόσο η κατανόησή μου όσο και οι προτιμήσεις μου διευρύνθηκαν και πολλές από τις αντιλήψεις μου σε ζητήματα κοινωνικά, πολιτικά και οικονομικά ζητήματα διαφοροποιήθηκαν επειδή αυξήθηκαν οι αντίστοιχες γνώσεις μου».

Αναγνώριση και κληρονομιά
Ο Λάβκραφτ πέθανε αφήνοντας πίσω του περισσότερα από 60 διηγήματα και μερικά μυθιστορήματα και νουβέλες. Ο θάνατός του θρηνήθηκε από τους πιστούς του συναδέλφους και θαυμαστές, με τους οποίους είχε συναναστραφεί και συνεργαστεί. Δύο από αυτούς, μάλιστα, σχημάτισαν και έναν εκδοτικό οίκο με το όνομα Arkham House προκειμένου να προάγουν και να διατηρήσουν το έργο του Λάβκραφτ.
Μέσα από τα διηγήματά του δημιούργησε ένα νέο πεδίο τρόμου και ένα ολόκληρο σύμπαν, που επηρέασε και επηρεάζει βαθιά την λογοτεχνία του τρόμου και του φανταστικού, αλλά και την ποπ κουλτούρα. Ανέπτυξε, επίσης, έναν από τους πιο γνωστούς μηχανισμούς πλοκής για το είδος: το Νεκρονομικόν, ένα υποτιθέμενο βιβλίο μαγείας που έχει γραφτεί από τον φανταστικό χαρακτήρα και παράφρονα Άραβα, Αμπντούλ Αλχαζρέντ. Η ιδέα αυτή ήταν τόσο επιτυχημένη που πολλοί ανά τα χρόνια πίστεψαν ότι το βιβλίο όντως υπάρχει, όπως και ο υποτιθέμενος συγγραφέας του, ότι ο Λάβκραφτ είχε καταφέρει να ανακαλύψει κάπου το βιβλίο αυτό, ενώ διάφορες εκδόσεις «Νεκρονομικών» έχουν κυκλοφορήσει κατά καιρούς. Όση αναγνώριση και καταξίωση δεν έλαβε κατά τη διάρκεια της ζωής του, ο Λάβκραφτ την κέρδισε από τον θάνατό του και ύστερα. Αποτέλεσε πρότυπο για μεγάλο αριθμό συγγραφέων, όπως οι Stephen King και Peter Straub, ενώ οι ιστορίες του ήταν έμπνευση για πολλές ταινίες και σειρές. Όπως δήλωσε ο ίδιος ο King στο περιοδικό American Heritage, «τώρα που ο χρόνος μάς έχει δώσει μια οπτική πάνω στο έργο του, νομίζω ότι δεν υπάρχει αμφιβολία πως ο Χ.Φ Λάβκραφτ δεν έχει ακόμη ξεπεραστεί σαν ο σπουδαιότερος επαγγελματίας του κλασσικού τρόμου του 20ου αιώνα».

#4 περιστατικά από τη ζωή του Λάβκραφτ που πιθανόν να μη γνώριζες
Ήταν κολλητός με τον Χ. Χουντίνι: Το 1924 ζητήθηκε από τον Λάβκραφτ να κάνει ghostwriting για μια στήλη που διατηρούσε ο διάσημος ταχυδακτυλουργός σε ένα περιοδικό. Αφού άκουσε την ιστορία του Χουντίνι για το πώς απήχθη από έναν Αιγύπτιο ξεναγό και συνάντησε τη θεότητα που ενέπνευσε τη Μεγάλη Σφίγγα στη Γκίζα, ο Λάβκραφτ συμπέρανε ότι όλα αυτά ήταν ψεύτικες αηδίες, ωστόσο κάθισε κι έγραψε το άρθρο. Το «Κάτω από τις πυραμίδες» δημοσιεύτηκε αργότερα εκείνο το χρόνο, προς ανακούφιση του Χουντίνι, ο οποίος συνέχισε να τροφοδοτεί με δουλειά τον Λάβκραφτ μέχρι τον θάνατό του το 1926.
Δεν του άρεσε καθόλου το σεξ: Μετά τον θάνατό του, η Σόνια Λάβκραφτ εξομολογήθηκε σε έναν μαθητή του ότι ο Χ.Λ ήταν παρθένος όταν παντρεύτηκαν, σε ηλικία 34 ετών. Πριν τον γάμο τους ο Λάβκραφτ αναφέρεται να αγοράζει έναν μεγάλο αριθμό βιβλίων για το σεξ και τα μελετούσε προκειμένου να μπορέσει να αποδώσει στην πρώτη νύχτα του γάμου. Η Σόνια είπε, επίσης, αργότερα: «Και μόνο η αναφορά της λέξης σεξ τον αναστάτωνε».
Υπέφερε από εφιάλτες: Ο Λάβκραφτ ξεκίνησε να έχει «υπνοβατικούς» εφιάλτες από την ηλικία των έξι. Ονειρευόταν κυρίως «αερικά της νύχτας», όπως τα αποκαλούσε, τα οποία αργότερα εμφανίστηκαν στα βιβλία του ως λεπτά, μαύρα και απρόσωπα ανθρωποειδή.
Δεν είναι θαμμένος κάτω από την ταφόπλακά του: Όταν πέθανε, ο Λάβκραφτ θάφτηκε στο κοιμητήριο Swan Point, αλλά το 1977 μερικοί θαυμαστές του χρηματοδότησαν και εγκατέστησαν ένα ξεχωριστό ταφικό μνήμα. Το 1997 ένας πολύ ενθουσιασμένος θαυμαστής προσπάθησε να ανασύρει τα λείψανα του Λάβκραφτ κάτω από το μνήμα αλλά τα παράτησε όταν μετά από 5 μέτρα δεν βρήκε τίποτα.

*Προτεινόμενο βιβλίο: Tα Bουνά της Tρέλας
*Προτεινόμενη μουσική: H.P. Lovecraft Music

Πηγές: Biography | Wikipedia | The Guardian
-Φωτογραφίες από Pinterest | H.P. Lovecraft–
Μια σκέψη σχετικά μέ το “Χ. Φ. Λάβκραφτ: «Το αρχαιότερο και ισχυρότερο συναίσθημα είναι ο φόβος»”