νύχτα, στο εφηβικό σου δωμάτιο


-στην πλέιλιστ ο Νίκος Σταϊκούλης
και η Θεοδοσία Κατσαρού

πρώτη σκηνή το εφηβικό σου δωμάτιο / πήγαν και χώρεσαν οι νύχτες μας κι όλα τα χρόνια που περάσαμε μαζί σε τρία λεπτά τραγούδι / απογεύματα που εφευρίσκαμε περιπέτειες, πετούσαμε από την ταράτσα πάνω σε σαΐτες αυτοσχέδιες, σκορπίζαμε πάνω τους τα όνειρά μας / τα καλοκαίρια προτού χωριστούμε λιώναμε κάτω από την ανάγκη μας για ένα σώμα ή για να μη χωριστούμε, όταν γυρίζαμε ξενερώναμε με τις διαφημίσεις για τσάντες και σχολικά κι όμως την πρώτη μέρα γελούσαμε / σώσε με από τη μνήμη που με κατατρώει / πότε, λες, έσβησε η φωτιά στην καρδιά σου; / «τώρα αυτός ο κόσμος σας αποχαιρετά», ανακοίνωσε ο διευθυντής. «τώρα δεν πρόκειται να βρείτε άλλον σαν αυτόν» / νύχτα, στη μεγάλη αίθουσα του σχολείου, τα σώματα πάλλονταν, κόκκινο φως, φωνές στη σκηνή και μουσική, κάτω εμείς μαντεύαμε το μέλλον, εγώ σε έψαχνα κι εσύ όχι, τώρα σαν βάρος γυρίζω πίσω σ’ εκείνο το βράδυ να σε βρω / κρύες μέρες που νιώθαμε μικρότεροι κι αράζαμε στις κούνιες σαν παιδιά ερωτευμένα με το παιχνίδι τους / ώρες που σπαταλήσαμε μαζί μπροστά από μια οθόνη να χαζολογάμε μόνο και μόνο για να δούμε τα γέλια μας, τόση ήταν η ζωή μας / ποιος θα μας το ‘λεγε πως κάποια μέρα ανταλλάξαμε ένα τελευταίο βλέμμα για τελευταία φορά; / «να κάτσουμε κάτω μωρέ, μην μπούμε αυτήν την ώρα» / η σκηνή που στο σινεμά έπαιξε το clocks τόσο σιγανά που μας καθήλωσε, εμένα πάντως με έκανε να σκάσω, κι η ζωή μας από το πουθενά έγινε αμερικάνικη ταινία. κι εγώ δεν μπορώ πια να πάω σινεμά χωρίς να παίζει το clocks στο κεφάλι μου / χαραγμένα θρανία, δρόμοι στενοί που διανύσαμε σε παιχνίδι, προαύλια σχολείου τη νύχτα που ερωτευτήκαμε, εσύ με τα ρόλερ σκέιτ σου κι εγώ να σε χαζεύω να κάνεις γύρω γύρω γελώντας με έναν σκούφο στο κεφάλι, γέλια πρωινά και ύπνος μέσα στην τάξη, όλα αυτά όπου κι αν πάω μένουν εδώ / κάθε σκηνή το εφηβικό σου δωμάτιο / δεν θα μπορούσαμε να περιμένουμε το τέλος, ήμασταν άλλωστε μαζί / κι η ζωή μας θα κυλούσε ομαλά, εμείς για πάντα μαζί, γέλια και κλάματα μαζί, αλλά εγώ περιμένω ακόμη στο διάλειμμα να σε δω / νύχτες που εντυπώθηκαν μέσα μας όπως το πρώτο τσιγάρο, όπως τότε που έκλαψες γιατί η εφηβική σου ορμή να κατακτήσεις τα πάντα, σκόνταφτε πάνω στην άρνηση της Νικολέττας / το βράδυ στο τοπικό εμπορικό, έκανες πατινάζ, παρακολούθησα για πολλή ώρα τα χνώτα σου να βγαίνουν μέσα απ’ το στήθος σου στον κρύο αέρα και να παίζουν με το φως της λάμπας από ψηλά κι έμαθα κυρίως πώς αρπάζει φωτιά από μόνο του ένα στήθος, μόνο κοιτάζοντάς σε / κι έκλαιγες μόνη σου κουκουλωμένη με την κουβέρτα, ένα μικρό φως για παρέα και μουσική, κι όλος ο κόσμος συρρικνωνόταν εκείνη τη στιγμή στο μικρό σου δωμάτιο, στο μονό σου κρεβάτι, στην αίσθησή σου πως ξεθωριάζεις, στο παράθυρο που κοίταζες έξω, στο μικρό σου στήθος που ανεβοκατέβαινε, όλος ο κόσμος χωρούσε με ευκολία εκεί / τώρα τα πρωινά στη δουλειά επιστρέφω εκεί, στη νύχτα που μείναμε σιωπηλοί στην ταράτσα και καταλάβαμε, όπως μικροί κρυβόμασταν σε ένα οχυρό από μαξιλάρια μέσα στο ίδιο μας το δωμάτιο

-φωτογραφία από Pinterest

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s