-στα λόγια ο Γ. Σ. Αλεξάνδρου
Της φυγής το κοστούμι φοράς τα μεσάνυχτα καθώς περνάς στεριές και θάλασσες. Τα φτερά σου τα ατσάλινα φοράς για τις πτήσεις στον κόσμο και σου ζητώ να τολμήσεις το πέταγμα αγάπη μου, το πέταγμα στη σφοδρή μου τη θύελλα, στον άναρχο άνεμό μου, στον καταιγισμό του πάθους, στην ορμή του λάθους. Αν τολμάς αγκιστρώσου στην πλάτη μου, αντέχω να πετάξουμε ως τα βάθη του ουρανού, ως τον δάκτυλο του ήλιου πιο ψηλά κι απ’ τον Ίκαρο, τα κέρινα φτερά είναι για τους δειλούς. Πιάσε το χέρι μου, τη σκέψη, τον χτύπο μου και πάμε στης αβύσσου το άφταστο. Πάμε να φύγουμε απ’ του κόσμου τη δεινή σκοτοδίνη ως τα σύνορα του ανέφικτου απόψε κρατήσου και πάμε. Μη ζητάς εγγυήσεις, για ευχές μη μιλάς σ’ αγαπώ όπως είσαι. Αδυνατούν όλα τα ρεύματα του ρομαντισμού εξάλλου να σε περιγράψουν. Κι ύστερα φόρα εκ νέου της φυγής το κοστούμι τα μεσάνυχτα για ταξίδια πάνω απ’ τις στεριές και τις θάλασσες. Θα δεις. Τα φτερά θα αρνηθούν να πετάξουν σε διαδρομές που δεν είναι δικές μου.
Σου ζητώ να ξανάρθεις τη νύχτα στη δροσιά της σελήνης και στης άμμου τη λεία επιφάνεια, στης θαλάσσης τον ήχο ανακούφισης καθώς σβήνουν τα κύματα, νύχτα να ξανάρθεις ζητάω. Με τις φλόγες στα μάτια σαν πρώτα και το σώμα χαμένο απ’ την άχνα του στο σκοτάδι να κινείσαι καπνός του τσιγάρου. Σου ζητώ να τολμήσεις στα κύματα του κρεβατιού, στου σεντονιού το αιώνιο πέλαγος εκεί που σμίξαμε άπαξ και διαπαντός ο, τι κι αν γίνει, όπου κι αν πάμε σε άλλες στεριές, εκεί που σμίξαμε μόνοι, πάλι θα σμίγουμε αγάπη μου εγώ και εσύ. Κι η λέξη αγάπη μόνο την δική μου κτητική αντωνυμία δέχεται. Μόνο το δικό μου στόμα να προφέρει το όνομα σου, μα είσαι ελεύθερη.
Ελεύθεροι γεννηθήκαμε. Ελεύθεροι πετάμε, περπατάμε, σερνόμαστε, ελεύθεροι πληγώνουμε, σκοτώνουμε, ελεύθεροι δρούμε, εγωιστές, ελεύθεροι ανταγωνιζόμαστε, ελεύθερα παλεύουνε τις νύχτες τα σώματα, τις μέρες τα βλέμματα ελεύθερα εστιάζουν στα μάτια μας. Ελεύθεροι επιλέγουμε, ελεύθεροι γεννηθήκαμε σου λέω. Ελεύθεροι επιλέγουμε τον θάνατο όταν δεν είμαστε ο ένας για τον άλλον.
–φωτογραφία από Pinterest–