Χάος αληθινό – Το τέλος του κόσμου


-στα λόγια η Ελένη Παπαστεργίου

Γεύτηκες τα δάκρυά μου
και τα χαμόγελα μου τα κατάπιες
σαν φρέντο εσπρέσο με μπόλικη ζάχαρη.
Οι φίλοι μας τρέχουν να σωθούν από την βαρβαρότητα της πόλης
φοβόμαστε για τους ανθρώπους μας
γνωρίζουμε την απώλεια
της κάνουμε καμία φορά τράκα και την κερνάμε τσάι με λεμόνι.
Τα λεωφορεία με χαώνουν
κι εγώ τόσο ερωτευμένη με το χάος των ματιών σου δεν μπορώ να αντισταθώ και πνίγομαι από την επίγνωση του ενδιαφέροντός μου για εσένα.
Παρά πάνω απ’ τον καθένα γνωρίζουμε τον ίδιο μας τον εαυτό
ή και όχι
κάποιες μέρες ειδικά που γυρνάμε σπίτι και ξεχνάμε να πλύνουμε τα χέρια μας ή να βγάλουμε την μάσκα που αρέσει στον κόσμο.
Και ξέρεις τι;
Γουστάρουμε να μην βλέπουμε τα μούτρα μας στον καθρέφτη,
μας αρέσουν τα θερινά σινεμά,
τα λουλούδια,
τα φυτά,
ιδίως όταν μοιάζουν μελαμψά
μαραμένα απ’ τον χρόνο, τον ήλιο ή την αφυδάτωση.

Πιο πολύ μ’ αρέσει η υφή των χειλιών σου,
πιο πολύ απ’ τα αστέρια μου αρέσουν τα ακροδάχτυλά σου
όταν τα νιώθω μέσα μου,
πιο πολύ ακόμα μου αρέσουν τα ποιήματά σου που δεν γράφτηκαν ποτέ
και ίσως…
λέω ίσως, να είχαν το όνομα μου επάνω.

Φοβόμαστε την εποχή,
φοβόμαστε την ενοχή,
μισούμε την αυτοκαταστροφή,
μισούμε τα χρώματα στα μάτια,
τα δικά μας πάντα καφέ σκοτεινιασμένα που προβάλλουν την ακατέργαστη και εκκωφαντική ελπίδα στα συνοφρυωμένα βλέφαρα μας.

Οι δικοί μου άνθρωποι
δεν μασάνε εύκολα την τροφή τους.
Την επεξεργάζονται
την αλέθουν μες το στόμα,
είτε την φτύνουν είτε την καταπίνουν,
εξαρτάται το μαγείρεμα του συνομιλητή παύλα συγγραφέα παύλα φιλοσόφου παύλα ποιητή.

Ο έρωτας μου σε αγγίζει κάπου εδώ
κι ενώ μοιράζεσαι τον πόνο σου παίζοντας ηλεκτρική κιθάρα,
καθώς μου τραγουδάς τους στίχους της παλάμης σου,
τότε κι εγώ
σε αναζητώ το πρωί όταν ξυπνώ
για έναν κόσμο πιο υποφερτό, σχεδόν ιδανικό,
θα θελα να είμαι δίπλα σου να αναπνέω.

–βήχω–

Δωσ’ μου αναπτήρα,
το τσιγάρο μου έσβησε
και ο κόσμος τελειώνει.
Όχι για πάντα
μόνο για τώρα,
θα λείψει από τον πλανήτη η σιωπή
και σαν ιαχή υπερβολική και ανάκατη στο πλήθος θα γεμίσει τις πολυκατοικίες
και τα δέντρα θα μιλήσουν
και τα ζώα θα απαιτήσουν να πάψει η σφαγή.

Τότε όλα μωρό μου θα ‘ναι καλύτερα,

Όμως ξέχασα να σου πω
πως πρέπει να πάρουμε ομπρέλα.
Βρέχει δακρυγόνα στις πλατείες
και πατάμε με τα παπούτσια μας λάσπες αξιοπρέπειας,
δίπλα σου εγώ
θα σου κρατώ το χέρι και θα κλαίω πάλι.
Μην ανησυχήσεις,
βρέχει αυταπάτες και τσιμεντένιο ρομαντισμό.
Θα περάσουμε τον δρόμο ανέπαφοι,
σε παρακαλώ –άκουσε με

δωσ’ μου αναπτήρα.
Ο κόσμος τελειώνει.

-φωτογραφία από Pinterest

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s