-στα λόγια η Νεφέλη Γκογκώτση /
φωτογραφία: paranoiko_xaos
Je suis désolée η Αθήνα δεν μυρίζει γιασεμί.
Όποιος θέλει να ρομαντικοποιήσει προμενάδες στου Ψυρρή
υπό την συνοδεία μπουζουκιού με τζαζ επιρροές,
ας σηκώσει το βλέμμα του στις αντιπαροχές και στους ηλιακούς θερμοσίφωνες,
στα ρολά και στα περίπτερα.
Να πάει στην Ευρώπη για πολιτισμό και αρχιτεκτονική. Εδώ είναι Αθήνα,
δεν περνάνε αυτά.
Μόνο αν κοιτάξεις αυτόν τον ξέμπαρκο τοίχο στο βάθος μιας παλιάς αλάνας
ενίοτε χώρος στάθμευσης, άλλες πάλι τεκές
και περπατήσεις προς τον πλίνθο που ξεχωρίζει μέσα από τις ρωγμές του πετρωμένου σοβά,
σαν δόντι κάτω από φαγωμένο δέρμα,
αν τον κοιτάξεις πραγματικά και σκύψεις ανάμεσα στα απολιθωμένα χώματα του,
να δεις που ξεχωρίζει, πασχίζει για φως, ένα τόσο δα βλαστάρι
η ξεχασμένη εκκένωση μιας δεκαοχτούρας.
Μόνο εκεί καταλαβαίνεις την ομορφιά αυτής της πόλης: αυτό που ανθίζει απ’ τα σκατά, μέσα στα ερείπια.
Όμως μην ξεγελαστείτε να παρασυρθείτε σε νοσταλγικές ευαισθησίες, ούτε και τότε.
Από τον Λυκαβηττό βλέπω σαπισμένα λείψανα από μαρμαρόσκονη και στάχτη, καρφωμένα σε σκαλωσιές, μπηγμένα στο τσιμέντο.
Δεν λυπάμαι τα μάρμαρα που ατενίζουν τον Υμηττό και την Πάρνηθα κάθε που ξημερώνει
τριμμένα και κιτρινισμένα μέσα στην αφασία τους.
Σίγουρα θα έχουν ξεχάσει τι υπήρξαν κάποτε,
θα ακούν τα κρωξίματα των τουριστών τόσο καθαρά όσο εμείς ακούμε τα βήματα των μυρμηγκιών
αν δεχτούμε ότι υπάρχουν ακόμα μυρμήγκια σε αυτή την πόλη.
Λυπάμαι κάθε κατσαρίδα, ποντίκι, περιστέρι,
αδέσποτο και μετανάστη
που του ‘λαχε αυτός ο γκρίζος ουρανός,
ο με καλώδια στεφανωμένος: τζαμπέ τελεφερίκ για τα πουλιά, οριοθετούν την αθηναϊκή μοίρα.
Καλώδιο από την κολώνα στο φανάρι στο περίπτερο στην πολυκατοικία στον ακάλυπτο στο ψυγείο σου και πάλι πίσω.
Υποτακτική σκλάβα δεμένη με καλώδια.
Η τηλεόραση στο τέρμα. Πόσες φορές έχω μπει στο ίδιο βαγόνι του ΗΣΑΠ, πόσες φορές έχω κάτσει στην ίδια θέση;
Λυπάμαι όποιον ζει για να πληρώνει νοίκι σε αυτή την πόλη. Αυτό μόνο.
Αθήνα –ζαβό ξαδερφάκι από το χωριό που το φωνάζουν στα παιχνίδια από λύπηση.
Γιατί μένουμε, τότες;
Παρηγοριέμαι να την βλέπω τόσο ρημάδι γιατί στις παράγκες
νιώθει οικεία ο Βαλκάνιος.
Όταν πια και η Αθήνα θα μεταμορφωθεί
από το μαγικό ραβδάκι του ξένου κεφαλαίου,
τότε όλοι εμείς οι γνήσιοι Αθηναίοι
αυτοί της παράγκας
θα καταλάβουμε πως ήρθε πια η ώρα,
να τα μαζεύουμε και να φεύγουμε για άλλες παράγκες.
Η πλατεία δεν θα μας χωράει.
Αυτόν τον ουρανό δεν θα μπορούμε να τον πληρώσουμε.
Άνθρωποι στα σκουπίδια, σε κλουβιά, κάτω από τα φανάρια.
Μακριά από ακριβές βιτρίνες και μισθωμένα νεοκλασικά.