Το ποστ του μεσονυκτίου | Κεφάλαιο 34 / Κουτσό, Julio Cortázar


-επιλογή κειμένου από τον Νίκο Σταϊκούλη

{σημείωση: διαβάζεται σωστά μόνο από pc & tablet}

Τον Σεπτέμβριο του 80, λίγους μήνες μετά το θάνατο του πα-
Και κάτι πράγματα που διαβάζει, ένα μυθιστόρημα κακογραμ-
τέρα μου, αποφάσισα να εγκαταλείψω το εμπόριο και να παρα-
μένο και, σαν να μην έφτανε αυτό, σε ελεεινή έκδοση, είναι ν’
χωρήσω την επιχείρηση σε μιαν άλλη εξαγωγική εταιρεία του
απορείς πώς γίνεται να την ενδιαφέρει κάτι τέτοιο. Και να σκε-
Χερέθ, της ίδιας καλής φήμης με τη δική μας· εξόφλησα όσα δά-
φτεί κανείς πως πέρασε ώρες ολόκληρες καταπίνοντας αυτή
νεια μπόρεσα, εκμίσθωσα τα κτήματα, μεταβίβασα τις αποθή-
την κρύα κι άνοστη σούπα, καθώς και τόσα άλλα απίστευτα
κες με όλο τους το περιεχόμενο κι έφυγα να ζήσω στη Μαδρίτη.
αναγνώσματα, το Elle και το France-Soir, τα θλιβερά περιοδι-
Ο θείος μου (πρώτος εξάδελφος του πατέρα μου), δον Ραφαέλ
κά που της δάνειζε η Μπαμπς. Κι έφυγα να ζήσω στη Μαδρί-
Μπουέντο ντε Γκουθμάν ι Ατάιδε, θέλησε να με φιλοξενήσει στο
τη, φαντάζομαι πως, αφού κατεβάσεις πέντ’-έξι σελίδες, μπλέ-
σπίτι του, αλλά εγώ δεν δέχτηκα, για να μη χάσω την ανεξαρ-
κεις στα γρανάζια και δεν μπορείς να σταματήσεις το διάβα-
τησία μου. Τελικά, βρήκα μια χρυσή μέση λύση, που συνδύαζε
σμα, όπως δεν μπορείς να σταματήσεις τον ύπνο ή το κατού-
τη βολική ελευθερία μου με την ευγενική προσφορά του συγ-
ρημα, τη σκλαβιά, το μαστίγωμα ή να σου τρέχουν τα σάλια.
γενούς μου· και μισθώνοντας ένα διαμέρισμα κοντά στο δικό
Βρήκα μια χρυσή μέση λύση, μια γλώσσα από φράσεις προκατα-
του, βρέθηκα στην ιδεώδη κατάσταση να είμαι μόνος όταν ήθε-
σκευασμένες για να εκφράζουν τελείως παρωχημένες ιδέες, νο
λα, ή ν’ απολαμβάνω τη θαλπωρή της οικογένειας όποτε το επι-
μίσματα από χέρι σε χέρι, από γενιά σε γενιά, te voila en pleine
θυμούσα. Αυτός ο καλό κύριος έμενε (μέναμε, θέλω να πω) σε
echolalia. Ν’ απολαμβάνω τη θαλπωρή της οικογένειας, αυτό εί-
μια συνοικία που είχε κτιστεί εκεί όπου παλιά βρισκόταν το Πό-
ναι καλό, γαμώτο τι καλό που είναι. Αχ, Μάγα, πώς την κατέ-
σιτο. Το διαμέρισμα του θείου μου ήταν ένα υπερυψωμένο ισό-
βαζες αυτή την κρύα σούπα, και τι στο διάολο είναι το Πόσι-
γειο αξίας δεκαοκτώ χιλιάδων ρεαλίων, ωραίο και πρόσχαρο,
το, μου λες; Όλα αυτά διάβαζες, ώρες και ώρες, πεπεισμένη πως
αλλά όχι και πολύ ευρύχωρο για μια τόσο πολυμελή οικογένεια.
αυτά είναι η ζωή, κι είχες δίκιο, είναι η ζωή, και γι’ αυτό πρέ-
Εγώ έπιασα το ισόγειο, πολύ λίγο μικρότερό απ’ το υπερυψωμέ-
πει να ξεμπερδεύουμε με δαύτα. (Και τι σήμαινε τότε υπερυψω-
νο, αλλά πολύ ευρύχωρο για ένα άτομο, το διακόσμησα πολυ-
μένο ισόγειο;) Και κάποια απογεύματα, αφού μου την είχε δώ-
τελώς και του εγκατέστησα όλες τις ανέσεις στις οποίες ήμουν
σει κι είχα γυρίσει όλες τις προθήκες του Τμήματος Αιγυπτια-
συνηθισμένος. Η περιουσία μου, δόξα τω Θεώ, μου το επέτρεπε
κής Τέχνης στο Λούβρο και γύριζα σπίτι λαχταρώντας ένα μάτε
και με το παραπάνω.
και λίγο ψωμί με μαρμελάδα, σ’ έβρισκα καρφωμένη στο παρά-
               Οι πρώτες μου εντυπώσεις ήταν η ευχάριστη έκπληξη όσον
θυρο, κρατώντας ένα ογκώδες μυθιστόρημα τρόμου, και καμιά
αφορά την ίδια τη Μαδρίτη, που είχα να την επισκεφθώ από την
φορά ήσουν κλαμένη, ναι, μη το αρνείσαι, έκλαιγες γιατί μόλις
εποχή του Γκονθάλεθ Μπράμπο. Έμεινα εμβρόντητος απ’ την
είχαν κόψει το κεφάλι κάποιου και μ’ αγκάλιαζες σφιχτά σφι-
ομορφιά και την άπλα των νέων συνοικιών, τα γρήγορα μέσα
χτά κι ήθελες να μάθεις πού ήμουν, αλλά εγώ δεν σου ‘λεγα για-
συγκοινωνίας, την εμφανή βελτίωση της όψης των κτιρίων,
τί στο Λούβρο ήσουν μεγάλο φόρτωμα, δεν μπορούσα να πη-
των δρόμων, αλλά και των ανθρώπων. Από τους ωραιότατους
γαίνω και να σ’ έχω δίπλα μου, η άγνοιά σου ήταν απ’ αυτές που
κήπους που ‘χαν φυτευτεί στις πρώην κονισαλέες πλατεΐτσες,
χαλάνε κάθε ευχαρίστηση, κακομοίρα, οπότε έφταιγα εγώ που
τις επιβλητικές επαύλεις των πλουσίων, τα άφθονα και εντυπω-
διάβαζες αυτά τα τούβλα, ο εγωισμός μου έφταιγε, (κονισαλέ
σιακά καταστήματα, διόλου κατώτερα, τουλάχιστον έτσι όπως
ες πλατεΐτσες, μ’ αρέσει αυτό, μου θυμίζει τις πλατείες στα χω-
φαίνονταν απ’ το δρόμο, από εκείνα του Παρισιού ή του Λον-
ριά ή τους δρόμους της Λα Ριόχα το σαράντα δύο, τα βιολε-
δίνου, και, τέλος, τα πολλά και κομψά θέατρα για όλες τις τά-
τιά βουνά το σούρουπο, αυτή την ευτυχία να ‘σαι μόνος σε μιαν
ξεις, για όλα τα γούστα και όλα τα βαλάντια. Αυτά, μα και άλλα
άκρη του κόσμου, και βρίσκεσαι μόνος σε κάποιο μέρος του κό-
πράγματα που έτυχε να προσέξω αργότερα στην κοινωνική μου
σμου, και κομψά θέατρα. Για τι πράγμα μιλάει αυτός ο τύπος;
ζωή, μου επέτρεψαν να διαπιστώσω τα βήματα προόδου που εί-
Και μετά αναφέρει το Παρίσι και το Λονδίνο, μιλάει για γού
χαν επιτελεστεί στη Μαδρίτη από το 68, βήματα που πιο πολύ
στα και για βαλάντια), βλέπεις, Μάγα, τώρα τα μάτια μου μι-
έμοιαζαν με άλματα ιδιόρρυθμα παρά με το σταθερό και μετρη-
σοκλείνουν όλο ειρωνεία γιατί συνέχιζες συγκινημένη, πεπει-
μένο βάδισμα ενός ανθρώπου που ξέρει πού θέλει να πάει, χω-
σμένη πως έτσι, επειδή διάβαζες έναν ισπανό μυθιστοριογρά-
ρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν ήταν πραγματικά. Κοντολογίς,
φο με τη φωτογραφία του στο εξώφυλλο, πως έτσι καλλιεργού-
οσφραινόμουν στην ατμόσφαιρα μια πνοή ευρωπαϊκής κουλ-
σες το πνεύμα σου, αλλά αυτή τη στιγμή ο τύπος μιλάει για μια
τούρας, ευμάρειας, αλλά και πλούτου και μόχθου.
πνοή ευρωπαϊκής κουλτούρας, πεπεισμένη πως αυτά τα διαβά-
               Ο θείος μου είναι εμπορικός αντιπρόσωπος πολύ γνωστός
σματα θα σου επέτρεπαν να καταλάβεις το μικρόκοσμο και το
στη Μαδρίτη. Παλιά, κατείχε σημαντικές κρατικές θέσεις: πρώ-
μακρόκοσμο, και σχεδόν πάντα, με το που έφτανα, έβγαζες απ’
τα ήταν πρόξενος· μετά, ακόλουθος πρεσβείας· αργότερα, ο
το συρτάρι του γραφείου σου, γιατί είχες και γραφείο, αυτό δεν
γάμος τον υποχρέωσε να εγκατασταθεί μόνιμα στη Μαδρίτη·
σου ‘λειπε ποτέ, αν και ούτε εγώ έμαθα ποτέ τι δουλειά έκανες
υπηρέτησε ένα διάστημα στο Υπουργείο Οικονομικών υπό τις
όταν καθόσουν σ’ αυτό το γραφείο – ναι, έβγαζες απ’ το συρ-
εντολές αλλά και την αιγίδα του Μπράβο Μουρίγιο, αλλά, στο
τάρι το βιβλιαράκι με τα ποιήματα του Τριστάνου τού Ερημί-
τέλος, οι οικογενειακές υποχρεώσεις τον ανάγκασαν ν’ αλλάξει
τη, ας πούμε, ή μια πραγματεία του Μπορίς ντε Σλεζέρ, και μου
την έστω πενιχρή ασφάλεια ενός μισθού με τις περιπέτειες και
τα ‘δειχνες με το διστακτικό και, μαζί, καμαρωτό ύφος κάποιου
τις προσδοκίες του ελεύθερου επαγγέλματος. Ήταν μετρίως φι-
που ‘χει αγοράσει σπουδαία πράγματα και θα στρωθεί αμέσως
λόδοξος, έντιμος, δραστήριος και ευφυής, κι είχε πολλές γνω-
να τα διαβάσει. Δεν είχα τρόπο να σου δώσω να καταλάβεις πως
ριμίες· στην αρχή ανέλαβε την πρακτόρευση διαφόρων εμπορι-
έτσι δε θα πήγαινες πουθενά, πως υπήρχαν πράγματα πολύ κα-
κών ζητημάτων, και μετά από κάποιες επιτυχίες είχε τη χαρά να
θυστερημένα και άλλα πολύ πρόωρα, κι εσύ ήσουν πάντα στα
κλείσει κάμποσες εκκρεμότητες. Απ’ αυτές τις υποθέσεις ζού-
πρόθυρα της απελπισίας, ακόμα και στο κέντρο της χαράς και
σε πια, αφυπνίζοντας όσες τελμάτωναν στα γραφεία, επαναφέ-
της ξεγνοιασιάς, υπήρχε τόση καταχνιά στην ταραγμένη σου
ροντας όσο μπορούσε στον σωστό δρόμο όσες είχαν αρχίσει να
καρδιά. Αφυπνίζοντας όσες τελμάτωναν στα γραφεία, όχι, αυτό
παρεκκλίνουν, εκμεταλλευόμενος τη φιλία του με ανθρώπους
έπρεπε να το βγάλεις απ’ το μυαλό σου, το γραφείο σου ήταν
του ενός και του άλλου κόμματος, καθώς και τη μεγάλη υπό-
γραφείο σου, κι εγώ ούτε σου ‘λεγα να καθίσεις ούτε να σηκω-
ληψη που του είχαν στις δημόσιες υπηρεσίες. Γι’ αυτόν, όλες οι
θείς, απλώς σε κοίταζα να διαβάζεις τα μυθιστορήματά σου και
πόρτες ήταν ανοιχτές. Και μάλιστα, θα μπορούσε κανείς να πει
να περιεργάζεσαι τα βιβλιαράκια σου, τα εξώφυλλα και τις εικό-
ότι οι κλητήρες των υπουργείων τού χρωστούσαν τη θέση τους,
νες τους, κι εσύ με περίμενες να καθίσω δίπλα σου και να σου
γιατί τον χαιρετούσαν με σχεδόν υιική αγάπη και του άνοιγαν
εξηγήσω, να σ’ εμψυχώσω, να κάνω αυτό που κάθε γυναίκα πε-
διάπλατα τις πόρτες, θεωρώντας τον δικό τους άνθρωπο. Άκου-
ριμένει να κάνει μαζί της ένας άνδρας, να περάσει το χέρι του
σα να λένε ότι μια εποχή είχε κερδίσει αρκετά χρήματα βάζο-
γύρω απ’ τη μέση της και να τη στριφογυρίσει, να τη βοηθήσει
ντας το δραστήριο χέρι του σε αποδοτικές μετοχές μεταλλείων
να κόψει αυτή τη μανία της να πλέκει πουλόβερ και να μιλά-
και σιδηροδρόμων· σε άλλες περιπτώσεις, όμως, η συνεσταλ-
ει, να μιλάει, να μιλάει ατελείωτα για ένα σωρό πράγματα που
μένη του φύση δε στάθηκε αρωγός του. Όταν εγκαταστάθηκα
δεν έχουν καμία σημασία. Κοίτα, μπορεί να είμαι τέρας, αλλά τι
εγώ στη Μαδρίτη, η οικονομική του κατάσταση πρέπει να ήταν
έχω τώρα για να καμαρώνω, δεν έχω πια ούτε σένα γιατί ήταν
μέτρια, πράγμα που, για να λέμε την αλήθεια, δεν ήταν και πολύ
γραφτό να σε χάσω (ούτε καν να σε χάσω, αφού θα ‘πρεπε πρώ-
φιλόφρον για έναν άνθρωπο που, μετά από τόσα χρόνια σκλη-
τα να σ’ αποκτήσω), πράγμα που, για να λέμε την αλήθεια, δεν
ρή εργασία, πλησίαζε το τέλος της ζωής του και δεν προλάβαινε
ήταν και πολύ φιλόφρον για έναν άνθρωπο που… Φιλόφρον: ένας
ν’ ανακτήσει το χαμένο έδαφος.
θεός ξέρει πόσον καιρό είχα ν’ ακούσω αυτή τη λέξη, πόσο έχει
            Εκείνη την εποχή έδειχνε πιο ηλικιωμένος απ’ ό,τι ήταν
φτωχύνει η γλώσσα μας, όταν ήμουν μικρός είχα ετοιμοπόλεμες
στην πραγματικότητα, αν και ντυνόταν άψογα και περίκομψα.
πολύ περισσότερες λέξεις απ’ ό,τι τώρα, διάβαζα κι εγώ τα ίδια
Ξύριζε όλο του το πρόσωπο, σαν να ‘θελε ν’ αποτίει φόρο τιμής
μυθιστορήματα, διέθετα πολύ πλούσιο λεξιλόγιο, καίτοι, κατά
στην προηγούμενη απ’ αυτόν γενιά. Οι λεπτοί του τρόποι και η
τα άλλα, τελείως άχρηστο, άψογα και περίκομψα: αυτό, μάλι-
πάντα ευχάριστη διάθεσή του, που φρόντιζε να τα διατηρεί σε
στα. Αναρωτιέμαι αν πραγματικά παρακολουθούσες την πλο-
ισορροπία, δεν έπεφταν ποτέ στο επίπεδο της ιταμής οικειότη-
κή αυτού του μυθιστορήματος ή σου χρησίμευε σαν τραμπολίνο
τας ή της αλαζονείας. Στις συζητήσεις έλαμπε, αλλά αυτό ήταν
για να εκτιναχθείς από δω, για να πας σ’ αυτούς τους μυστηριώ-
και το πιο σοβαρό του ελάττωμα, επειδή, ξέροντας πόσο ωραία
δεις τόπους που τόσο τους ζήλευα, ενώ εσύ ζήλευες τις επισκέ
μιλούσε, αφηνόταν να παρασυρθεί από την κακή συνήθεια να
ψεις μου στο Λούβρο που πρέπει να τις θεωρούσες και ύποπτες,
δίνει ένα σωρό λεπτομέρειες και να οδηγεί τις αφηγήσεις του σε
κι ας μην έλεγες τίποτα. Κι έτσι συνεχίζαμε, πλησιάζοντας αυτό
κουραστικούς πλατειασμούς. Πολλές φορές, μάλιστα, τις έπιανε
που έμελλε να μας συμβεί μια μέρα, όταν θα καταλάβαινες από-
από την αρχή και τις στόλιζε με τόσες παιδικές αναμνήσεις, που
λυτα πως δεν είχα σκοπό να σου δίνω παρά μόνο ένα μέρος του
σ’ έφερνε στο σημείο να τον εκλιπαρείς, για όνομα του Θεού, να
χρόνου μου και της ζωής μου, και να οδηγεί τις αφηγήσεις του σε
συντομεύει. Όταν αναφερόταν σε κάποιο κυνηγετικό επεισόδιο
κουραστικούς πλατειασμούς, ακριβώς αυτό, γίνομαι κουραστι-
(το κυνήγι ήταν το μεγάλο του πάθος), περνούσε τόσος χρόνος
κός όταν αναπολώ. Όμως τι ωραία που ήσουν στο παράθυρο, με
από τα προκαταρκτικά μέχρι τον πρώτο πυροβολισμό, ώστε
το γκρίζο του ουρανού στο μάγουλό σου, κρατώντας το βιβλίο
ο ακροατής έχανε τον μπούσουλα, σκεφτόταν τα δικά του, κι
πάντα το στόμα σου λίγο άπληστο, τα μάτια σου φιλύποπτα. Εί-
όταν άκουγε το μπαμ!, τιναζόταν στο κάθισμά του. Δεν ξέρω αν
χες μέσα σου τόσο χαμένο χρόνο, ήσουν τόσο το καλούπι αυ-
πρέπει να αναφέρω μια χρόνια πάθηση στους δακρυϊκούς αδέ-
τού που θα μπορούσε να είσαι κάτω από άλλους αστερισμούς,
νες του, που τον έκανε να φαίνεται σαν να ‘χε κλάψει με σά-
ώστε το να σ’ αγκαλιάζω και να σου κάνω έρωτα ήταν κάτι που
λια και με μύξες. Δεν έχω γνωρίσει άλλον άνδρα που να διαθέ-
απαιτούσε υπερβολική αγάπη και συγγένευε πολύ με το έλεος,
τει μεγαλύτερη και πλουσιότερη συλλογή από λινά μαντιλάκια.
και τότε ξεγελιόμουν, αφηνόμουν να πέσω στην ηλίθια αυταρέ-
Γι’ αυτό, αλλά και για τη συνήθεια να κρατάει συνεχώς το λευκό
σκεια του διανοούμενου που θαρρεί ότι είναι οπλισμένος με κα-
μαντίλι στο δεξί ή και στα δυο του χέρια, ένας φίλος μου, Ανδα-
τανόηση (σαν να ‘χε κλάψει με σάλια και με μύξες;, μα τι αηδια-
λουσιάνος, καλό παιδί και πειραχτήρι, για τον οποίο θα μιλήσω
στική διατύπωση). Οπλισμένος με κατανόηση: για γέλια, Μάγα.
αργότερα, έλεγε τον θείο μου Βερονίκη.
Άκου κάτι, κι είναι μόνο για σένα, μη το πεις σε κανέναν. Μάγα,
            Ο θείος μου μού έδειχνε πραγματική αγάπη, και τις πρώ-
το κενό καλούπι είμαι εγώ, εσύ τρεμόπαιζες, αγνή κι ελεύθε-
τες μέρες μου στη Μαδρίτη ήταν συνέχεια δίπλα μου για να με
ρη σαν φλόγα, σαν ποτάμι υδραργύρου, σαν το πρώτο τραγού-
συνδράμει σε ό,τι είχε να κάνει με την εγκατάστασή μου και να
δι του πουλιού όταν ξημερώνει, και μ’ αρέσει να σ’ το λέω μ’ αυ-
με βοηθήσει σε χίλια δυο πράγματα. Όταν μιλούσαμε για την
τές τις λέξεις που σε γοήτευαν γιατί δεν πίστευες ότι μπορεί να
οικογένεια κι άρχιζα εγώ να παραθέτω επεισόδια από την παι-
υπάρχουν έξω απ’ τα ποιήματα κι ότι έχουμε δικαίωμα να τις
δική μου ηλικία ή να διηγούμαι περιστατικά με τον πατέρα μου,
χρησιμοποιούμε. Πού να ‘σαι άραγε, πού θα ‘μαστε από σήμερα,
τον καλό μου θείο τον έπιανε κάτι σαν νευρική έξαψη, ένας πυ-
δύο κουκκίδες σ’ ένα ανεξήγητο σύμπαν, κοντά ή μακριά, δύο
ρετώδης ενθουσιασμός για τις σπουδαίες προσωπικότητες που
κουκκίδες που σχηματίζουν μια ευθεία, δύο κουκκίδες που απο-
δόξασαν το όνομα Μπουένο ντε Γκουθμάν, και, βγάζοντας το
μακρύνονται ή πλησιάζουν η μία την άλλη αυθαίρετα (προσωπι-
μαντίλι του, έπιανε κι αυτός να μου λέει ιστορίες που δεν είχαν
κότητες που δόξασαν το όνομα Μπουένο ντε Γκουθμάν, μα κοίτα
τελειωμό. Θεωρώντας με ως τον τελευταίο άρρενα εκπρόσωπο
τι σαχλά που γράφει αυτός ο τύπος, Μάγα, πώς άντεξες να προ-
μιας οικογένειας πλούσιας σε χαρακτήρες, με περιποιούνταν και
χωρήσεις μετά την πέμπτη σελίδα…), όμως δεν πρόκειται να σου
με κανάκευε σαν να ‘μουν παιδάκι, κι ας είχα κλείσει τα τριάντα
εξηγήσω τι είν’ αυτό που ονομάζεται «Κίνηση Μπράουν», φυ-
έξι μου. Καημένε μου θείε! Κάτω απ’ αυτές τις εκδηλώσεις στορ-
σικά και δε θα σ’ το εξηγήσω, όμως εμείς το δύο, Μάγα, συνθέ-
γης, που αύξαιναν σημαντικά τη δακρυρροή του, εγώ ανακάλυ-
τουμε ένα σχήμα, εσύ μια κουκκίδα κάπου, εγώ μια άλλη κάπου
πτα έναν πόνο οξύ και μυστικό, ένα αγκάθι μπηγμένο στην καρ-
αλλού, και μετατοπιζόμαστε, εσύ ίσως τώρα στην οδό ντε λα
διά αυτού του εξαιρετικού ανθρώπου. Δεν ξέρω πώς μπόρεσα να
Ισέτ, εγώ στην άδεια κάμαρα έχοντας ξετρυπώσει αυτό το μυθι-
κάνω αυτή την ανακάλυψη, αλλά ήμουν σίγουρος γι’ αυτή την
στόρημα, αύριο εσύ στο Σταθμό της Λιόν (αν είναι να πας στη
κρυφή πληγή, σαν να την είχα δει με τα μάτια μου και την είχα
Λούκα, αγάπη μου) κι εγώ στην οδό ντι Σεμέν-Βερ όπου έχω
αγγίξει με τα δάχτυλά μου. Ήταν μια βαθιά, συντριπτική απελ-
ανακαλύψει ένα υπέροχο κρασάκι, και σιγά σιγά, Μάγα, συνθέ-
πισία, το πικρό παράπονο που δεν είχα νυμφευτεί καμία από τις
τουμε ένα αλλοπρόσαλλο σχήμα, ίδιο μ’ αυτά που σχεδιάζουν
τρεις του κόρες, μια στενοχώρια που δεν έπαιρνε γιατρειά αφού
οι μύγες όταν πετάνε γύρω γύρω σ’ ένα δωμάτιο, από δω εκεί,
και οι τρεις του κόρες, αλίμονο!, ήταν ήδη παντρεμένες.
ξαφνική μεταβολή, από κει εδώ, αυτό είναι που ονομάζεται «Κίνηση Μπράουν», κατάλαβες τώρα;, μια ορθή γωνία, μια γραμμή που ανεβαίνει, από δω εκεί, απ’ το βάθος μπροστά, προς τα πάνω, προς τα κάτω, σπασμωδικά, φρενάροντας απότομα και στη στιγμή αλλάζοντας κατεύθυνση, κι όλα αυτά συνθέτουν ένα σχέδιο, ένα σχήμα, κάτι ανύπαρκτο, σαν εσένα και σαν εμένα, σαν τις δύο κουκκίδες τις χαμένες στο Παρίσι που πάνε από δω εκεί, από κει εδώ, φτιάχνοντας το σχέδιό τους, χορεύοντας για κανέναν (ούτε καν για τις ίδιες) μιαν ατέλειωτη φιγούρα δίχως νόημα.


Το κεφάλαιο προέρχεται από το βιβλίο «Κουτσό», του Χούλιο Κορτάσαρ που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις opera. Τη μετάφραση έχει κάνει ο Αχιλλέας Κυριακίδης και το εξώφυλλο έχει επιμεληθεί ο Άγγελος Πετράκης.

Σχολιάστε