Ντίνος Χριστιανόπουλος: «η νύχτα με οδήγησε σ’ αυτούς τους δρόμους; ή αυτοί οι δρόμοι με οδήγησαν στη νύχτα;»


-στα λόγια ο Νίκος Σταϊκούλης

Είμαι εναντίον της κάθε τιμητικής διάκρισης, απ΄ όπου και αν προέρχεται. Δεν υπάρχει πιο χυδαία φιλοδοξία, απ’ το να θέλουμε να ξεχωρίζουμε. Αυτό το απαίσιο ‘υπείροχον έμμεναι άλλων’, που μας άφησαν οι αρχαίοι.
Είμαι εναντίον των βραβείων, γιατί μειώνουν την αξιοπρέπεια του ανθρώπου. Βραβεύω σημαίνει αναγνωρίζω την αξία κάποιου κατώτερου μου -και κάποτε θα πρέπει να απαλλαγούμε από την συγκατάβαση των μεγάλων. Παίρνω βραβείο σημαίνει παραδέχομαι πνευματικά αφεντικά -και κάποτε θα πρέπει να διώξουμε τα αφεντικά από τη ζωή μας.

-Ντίνος Χριστιανόπουλος

Βιογραφία


Γεννήθηκε στις 20 Μαρτίου του 1931 στη Θεσσαλονίκη, με το πραγματικό του όνομα να είναι Κωνσταντίνος Δημητριάδης. Η ακριβής καταγωγή του δεν είναι ακριβώς γνωστή, καθώς υπάρχουν μαρτυρίες που λένε πως διαφέρει από την επίσημη εκδοχή, ωστόσο η τελευταία είναι πως ήταν παιδί προσφύγων από την Κωνσταντινούπολη.

Σαν παιδί ήταν πολύ συνεσταλμένο και ταπεινό και πήγαινε στο κατηχητικό. Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής πέρασε, όπως και το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού, από πολύ σκληρές συνθήκες απόλυτης φτώχειας και πείνας, βασιζόμενος με τη μητέρα του για την επιβίωσή τους στα συσσίτια που διοργάνωνε η εκκλησία και στη βοήθεια γειτόνων και φίλων. Σε μια περίπτωση, μάλιστα, ακραίας απελπισίας, εκείνος και η μητέρα του πήγαν και ξάπλωσαν έξω από την Παναγία των Χαλκέων, προκειμένου να τους συλλέξει το πρωί η καρότσα που μάζευε όσους είχαν αποβιώσει από την πείνα. Σώθηκαν, ωστόσο, την τελευταία στιγμή από μια γειτόνισσα που τους αντιλήφθηκε και τους βοήθησε. Από εκεί και πέρα ο μικρός Ντίνος έβγαζε όπως μπορούσε ένα μικρό μεροκάματο, πουλώντας διάφορα μικροπράγματα στο δρόμο, για να μπορέσουν να ζήσουν.

Όταν ήταν μαθητής γυμνασίου ζούσε με την οικογένειά του σε ένα κοινόβιο διαμέρισμα και δεκατεσσάρων ετών ξεκίνησε να γράφει ημερολόγιο, συνήθεια που διατήρησε μέχρι σχεδόν το τέλος της ζωής του. Έχοντας ήδη επίγνωση της ομοφυλοφιλίας του, δεν τολμούσε να εκμυστηρευτεί τίποτα σε κανέναν και βίωνε συχνά μια απογοήτευση από το γενικότερο περιβάλλον, και κυρίως από τις διδαχές του κατηχητικού. Με μεγάλες στερήσεις, την ίδια εποχή έγινε συνδρομητής στο παιδικό περιοδικό «Ελληνόπουλο», στο οποίο δημοσίευσε και το πρώτο του ποίημα με το ψευδώνυμο «Χριστιανόπουλο» το οποίο διατήρησε για την υπόλοιπη ζωή του.

Σαν έφηβος σκεφτόταν να ακολουθήσει σπουδές είτε στη θεολογία είτε στην Καλών Τεχνών, ωστόσο τελικά φοίτησε στο τμήμα Φιλολογίας του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου από όπου πήρε το πτυχίο του το 1954. Επέλεξε συνειδητά να μην ακολουθήσει το επάγγελμα του καθηγητή και αντί για αυτό εργάστηκε ως βιβλιοθηκάριος στη Δημοτική Βιβλιοθήκη της Θεσσαλονίκης για 8 περίπου χρόνια. Το 1965 παραιτείται από τη θέση (θεωρούσε κατάρα να είναι κάποιος υπάλληλος) και ξεκινά να εργάζεται ως επιμελητής εκδόσεων και διορθωτής δοκιμίων, νοικιάζοντας ταυτόχρονα ένα μικρό γραφείο, το οποίο στα επόμενα χρόνια θα αποτελούσε κέντρο πολιτισμού και μιας ολόκληρης γενιάς διανοούμενων της Θεσσαλονίκης.

Η αντιμετώπισή του απέναντι στους νέους λογοτέχνες και καλλιτέχνες ήταν κοφτή, αυστηρή και  δεν άλλαζε τη στάση του για κανέναν, ανεξάρτητα του ονόματος ή της υπόληψής του. Αυτή η πρακτική του πάντως ανέδειξε τελικά μερικούς από τους πιο σημαντικούς σύγχρονους λογοτέχνες της Θεσσαλονίκης.

Η ερωτική του ζωή, λόγω της ομοφυλοφιλίας του που αναδείκνυε ανοιχτά και μέσα από τα ποιήματά του, έγινε πολύ συχνά αντικείμενο σχολιασμού, παρόλο που ο ίδιος παρέμενε συνεσταλμένος και δεν έδινε τροφή για κουτσομπολιά και ίντριγκες. Η γλώσσα του απέναντι σε άλλους λογοτέχνες και σε πρόσωπα του δημοσίου βίου ήταν πάντα, όμως, κοφτερή, πράγμα που τον έφερνε πολύ συχνά αντιμέτωπο με τις επικρίσεις, τις ακραίες αντιδράσεις και την περιθωριοποίηση. Ο Χριστιανόπουλος ωστόσο, παρέμενε σταθερός στις θέσεις του χωρίς να υποκύπτει στις πιέσεις, παραδεχόμενος τα λάθη του μόνο όταν εκείνος τα αντιλαμβανόταν ως τέτοια.

Τα τελευταία χρόνια της ζωής του τα πέρασε φτωχικά, σε ένα μικρό διαμέρισμα της Θεσσαλονίκης, αρνούμενος να λάβει λογοτεχνική σύνταξη «επειδή έγραψε μερικά καλά ποιήματα», διατηρώντας τη στάση που είχε εξαγγείλει όλα τα προηγούμενα χρόνια μη αποδεχόμενος τιμές και βραβεύσεις. Έφυγε από τη ζωή στις 11 Αυγούστου του 2020 και μέχρι το τέλος εξακολουθούσε να δέχεται πολύ κόσμο στο σπίτι του, θαυμαστές και φίλους, που έρχονταν να τον επισκεφτούν, παρόλο που ο ίδιος δεν βρισκόταν στην ιδανική θέση για οποιαδήποτε επικοινωνία.

Τα πρώτα βήματα


Η πρώτη του εμφάνιση στη λογοτεχνία γίνεται το 1948, όταν ο Χριστιανόπουλος ήταν 17 ετών, με τη δημοσίευση του ποιήματος «Βιογραφία» στο περιοδικό «Μορφές» της Θεσσαλονίκης. Λίγα χρόνια πριν είχε επίσης εκδώσει ένα περιοδικό με τον τίτλο «Χριστιανόπουλο», το οποίο κυκλοφόρησε συνολικά 10 τεύχη μέσα σε δύο χρόνια, σε ελάχιστα χειρόγραφα αντίτυπα. Δύο χρόνια αργότερα δημοσιεύει, με δικά του έξοδα μέσα από τις εκδόσεις Κοχλία, την πρώτη του ποιητική συλλογή, την «Εποχή των ισχνών αγελάδων» (1950), η οποία σόκαρε και δημιούργησε έντονες αντιδράσεις, εξαιτίας της προσωπικής, τολμηρής γλώσσας και του ερωτικού χαρακτήρα.

Ο συντηρητικός Τύπος της Θεσσαλονίκης, οι καθηγητές του στο πανεπιστήμιο αλλά και ο ίδιος ο θείος του που τον στήριζε οικονομικά, του άσκησαν έντονη κριτική για τη συλλογή, ενώ το κατηχητικό καταδίκασε το περιεχόμενό της. Ο Χριστιανόπουλος, όμως, δεν παραιτείται και, βρίσκοντας υποστήριξη στο πρόσωπο μερικών λογοτεχνών (όπως ο Μ. Αναγνωστάκης), τυπώνει ξανά το 1952 τη συλλογή σε δεύτερη έκδοση η οποία φέρνει ακόμη πιο έντονες αντιδράσεις: το κατηχητικό τον εξορίζει ως «απόβρασμα της κοινωνίας», η αστυνομία τον απειλεί με «μήνυση για εξύβριση» και τελικά κατάσχει το βιβλίο, ενώ η φήμη αυτού του μικρού σκανδάλου απλώνεται σιγά σιγά σε ολόκληρη την πόλη. Μόνοι υποστηρικτές του παραμένουν ελάχιστοι λογοτέχνες, όπως ο Ρένος Αποστολίδης, ωστόσο με την επόμενη συλλογή του, «Ξένα γόνατα» (1954), στην οποία θα αρχίσει πλέον να φαίνεται καθαρά το ομοφυλοφιλικό του περιεχόμενο, θα σκανδαλίσει ακόμη κι αυτούς.

Το 1958 ιδρύει και διαχειρίζεται το περιοδικό «Διαγώνιος», το οποίο θα κυκλοφορήσει με μικρές παύσεις (κάθε 5 χρόνια επέβαλλε μια «αγρανάπαυση» που διατηρούταν για δύο χρόνια) έως το 1983, ενώ το 1962 δημιουργεί και τις ομώνυμες εκδόσεις που θα αναδείξουν μια ολόκληρη γενιά λογοτεχνών και θα αλλάξουν τα δεδομένα στις εκδοτικές συνθήκες της Θεσσαλονίκης. Συγκεντρώνοντας γύρω του αξιόλογους λογοτέχνες και συνεργάτες όπως ο Τσίζεκ και ο Νικολαΐδης, δημιούργησε ένα καλλιτεχνικό κύκλο, τον «κύκλο της Διαγωνίου» και ανέδειξε το βιβλίο σε αντικείμενο τέχνης. Μέσα από τις εκδόσεις αυτές θα κυκλοφορήσει για πρώτη φορά μια συλλογή με διηγήματα («Η κάτω βόλτα» 1963) και μια συγκέντρωση των μέχρι τότε ποιημάτων του, ενώ το 1964 αρχίζει να εξασκεί και την μικρή φόρμα στα ποιήματά του με τη συλλογή «Το κορμί και το σαράκι».

Αναγνώριση και κληρονομιά


Σταδιακά ο Χριστιανόπουλος άρχισε να γίνεται όλο και περισσότερο γνωστός και δημοφιλής στο ελληνικό κοινό, πράγμα που δεν θα περίμενε κανείς εύκολα, λόγω του περιεχομένου της ποίησής του.
Το 1968 προχωρά στην έκδοση και την κυκλοφορία για 12 τεύχη ενός ακόμη περιοδικού, που ονομαζόταν «Κόσκινο», ενώ το 1974 δημιουργεί και την Μικρή Πινακοθήκη της Διαγωνίου, που αγκάλιασε πολλούς Θεσσαλονικείς καλλιτέχνες. Στίχοι του άρχισαν να μελοποιούνται από διάφορους Έλληνες μουσικούς, όπως ο Σαββόπουλος και ο Κουγιουμτζής, ενώ τα ποιήματά του ξεκίνησαν να ταξιδεύουν και στο εξωτερικό με μεταφράσεις σε διάφορες γλώσσες.

Το 1977 ξεκαθαρίζει τη θέση του σχετικά με τις βραβεύσεις, τις κλίκες , τους κουλτουριάρηδες κ.ά. μέσα από το κείμενό του «Εναντίον», και ο καυστικός του λόγος, ενίοτε και κατά μεγάλων και αναγνωρισμένων ποιητών όπως ο Ρίτσος και ο Ελύτης, τον κάνει ιδιαίτερα γνωστό σε μεγάλο μέρος του κοινού.

Τα επόμενα χρόνια το έργο του αναδεικνύεται ακόμη περισσότερο μέσα από πρότζεκτς όπως ο δίσκος με αναγνώσεις των ποιημάτων του από τη Λύρα, η αυτοβιογραφική σειρά ραδιοφωνικών εκπομπών στην ΕΡΤ3 και η μελοποίηση των στίχων του από το Μάνο Χατζιδάκι. Οι διαλέξεις στις οποίες συμμετείχε έσφυζαν από κόσμο και οι τηλεοπτικές εμφανίσεις του γίνονταν όλο και περισσότερες.

Σταθερός στο λόγο του και στις απόψεις του, αρνήθηκε πάντα την οποιαδήποτε βοήθεια ή διάκριση από το κράτος, όπως το 2005 την τίμηση του από το Εθνικό Κέντρο Βιβλίου στην Διεθνή Έκθεση Βιβλίου της Θεσσαλονίκης ή το 2011 όταν και του απονεμήθηκε το Μεγάλο Κρατικό Βραβείο για τη συνολική του προσφορά στα ελληνικά γράμματα. Μόνη εξαίρεση αποτέλεσε η αναγόρευσή του σε επίτιμο διδάκτορα του τμήματος Φιλολογίας του ΑΠΘ.

Έγραψε συνολικά περίπου 320 ποιήματα, αλλά και διηγήματα, δοκίμια, μεταφράσεις, έρευνες, κριτικές βιβλίων και μελέτες, ειδικά για το ρεμπέτικο τραγούδι. Λάτρεψε τον Καβάφη και τον Τσιτσάνη, για τον οποίο μάλιστα εξέδωσε ολόκληρη μελέτη και μεσολάβησε προκειμένου να δοθεί το όνομά του σε μια μικρή πλατεία στη Θεσσαλονίκη.
Ήρθε πολλές φορές αντιμέτωπος και το κοινωνικό και το λογοτεχνικό κατεστημένο, αλλά και το πολιτικό καθεστώς της χώρας, κινδυνεύοντας μάλιστα κάποιες φορές να συλληφθεί, ωστόσο παρέμεινε πιστός στον αυστηρό του λόγο μέχρι και το τέλος, προτείνοντας μια στάση ζωής που θαυμάζεται και εμπνέει.


#4 στίχοι κι ένα ποίημα του Ντίνου που επιλέγει η {στίξη} :


«και τι δεν κάνατε για να με θάψετε
όμως ξεχάσατε πως ήμουν σπόρος.»


«Θανάση γιατί έκοψες το άλφα από μπροστά;
για ένα γράμμα χάνεις την αθανασία.»


«απ’ όλα τα αφηρημένα ουσιαστικά
πειράζει να εξαιρέσουμε τη μοναξιά;»


«Δεν ξεριζώνονται οι νύχτες από μέσα μας,
έγιναν δάσος σκοτεινό και μας πλακώνουν.»



ο διψασμένος δε ρωτάει
αν το νερό είναι γλυφό
ο πεινασμένος δε θυμώνει
αν του πετάξουν ξεροκόμματο
κι όταν η καύλα χτυπάει στο μυαλό
καλύτερα η προστυχιά παρά η τρέλα.


*Προτεινόμενο βιβλίο: Βολέματα καταστροφής

*Προτεινόμενη μουσική: Με κατάνυξη

*Προτεινόμενο βίντεο: Μονόγραμμα – Ντίνος Χριστιανόπουλος

Πηγές: Schooligans | Protagon | Lifo
-Φωτογραφίες από Pinterest

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s