-στα λόγια ο Νίκος Σταϊκούλης
Γυρίστε πίσω στον χρόνο και περάστε μία μέρα στην αρχαία Αθήνα συντροφιά με τους κατοίκους της. Βρισκόμαστε στο 416 π.Χ. και η πόλη απολαμβάνει το απόγειο της ακμής της. Εκεί έζησαν οι περισσότερες μεγαλοφυΐες από κάθε άλλη πόλη σε κάθε περίοδο της ανθρώπινης ιστορίας. Ωστόσο, ακόμα και οι μεγαλοφυΐες τσακώνονται με τις συζύγους τους και τα πίνουν με τους φίλους τους. Ανακαλύψτε λοιπόν τα μυστικά τους.
Εντάξει με τους μεγάλους άντρες (και καμιά φορά με τις μεγάλες γυναίκες) της αρχαιότητας. Έχουμε μάθει πια σχεδόν τα πάντα για αυτούς, από το έργο τους, μέχρι τις συνήθειές τους, μέχρι τις πιο προσωπικές τους στιγμές.
Εντάξει και με τα ανώτερα κοινωνικά στρώματα. Έχουμε μάθει πώς επηρέασαν την πολιτική πορεία του αρχαίου κόσμου, πώς διαμόρφωσαν μερικές εποχές, από βασιλείς μέχρι απλούς εύπορους αριστοκράτες.
Αυτό που πάντα είχα απορία ήταν: πώς ζούσε τη ζωή του ένας απλός κάτοικος μιας αρχαίας πόλης, της αρχαίας Αθήνας για παράδειγμα; Τι ώρα ξυπνούσε; Τι δουλειές έκανε το πρωί; Τι ώρα έτρωγε και τι, πως διασκέδαζε καθημερινά, πώς συμπεριφερόταν στο σπίτι, τι ώρα πήγαινε στη δουλειά του και τι ώρα επέστρεφε; Γενικά, ποια ήταν η ρουτίνα ενός απλού αρχαίου πολίτη;
Αναζητούσα, λοιπόν, με μανία κάποιο βιβλίο ή κάποια πηγή που να ασχολείται με αυτό ακριβώς το πράγμα και δεν έβρισκα τίποτα για καιρό, μέχρι που έπεσα πάνω στο βιβλίο του P. Matyszak και των εκδόσεων Οξύ, «24 ώρες στην αρχαία Αθήνα».
Διατρέχοντας ένα ολόκληρο εικοσιτετράωρο, ο συγγραφέας μας καλεί να περάσουμε μια ημέρα στην αρχαία πόλη-κράτος, ώστε να γνωρίσουμε τους κατοίκους και τη ζωή της. Το βιβλίο είναι χωρισμένο σε 24 κεφάλαια, κάθε ένα αφιερωμένο σε μια ώρα της ημέρας και ταυτόχρονα σε ένα πρόσωπο της πόλης. Μέσα σε αυτήν την ώρα που περιγράφεται για τον καθέναν, μαθαίνουμε τόσο το τι κάνει εκείνη τη στιγμή, ποια είναι η ασχολία του αυτή την ώρα της ημέρας, όσο και γενικότερες πληροφορίες για τη ζωή του, όπως τι περιλαμβάνει η καθημερινότητά του, πώς μεγάλωσε ή το υπόβαθρό του. Ταυτόχρονα, με ένα πολύ ωραίο τέχνασμα, δίπλα στους απλούς ανθρώπους που μας συστήνονται, εμφανίζονται ελάχιστα, ξόφαλτσα, τα μεγάλα πρόσωπα της ιστορίας, αντιστρέφοντας έτσι τις συνθήκες και αναλαμβάνοντας ρόλους κομπάρσικους, με αποτέλεσμα να προσλαμβάνονται με μια διαφορετική διάθεση, λίγο πιο καθημερινή και ανθρώπινη.
Έτσι, περνάμε μια ώρα με τον Παντάρκη, τον νυχτοφύλακα του Παρθενώνα, γνωρίζουμε τον Πολύγνωτο, τον αγγειογράφο και συμμετέχουμε στις ετοιμασίες της Άλκηστης, που στήνει τον πάγκο της για να πουλήσει τα ψάρια της στην αγορά. Ακολουθώντας καθένα από αυτά τα πρόσωπα στις ζωές τους, περιδιαβαίνουμε ταυτόχρονα και τους δρόμους της αρχαίας Αθήνας, περνώντας από σημαντικά κτίρια, τον Παρθενώνα και την Ποικίλη Στοά, αλλά και από δρόμους απλούς, ασήμαντους, από τις κατοικίες σημαντικών και ασήμαντων προσώπων. Δομείται, έτσι, τελικά ένα μωσαϊκό που μέσα από τις λεπτομέρειες για τη ζωή του καθενός, αναδεικνύεται τελικά μια γενική εντύπωση για ολόκληρη την Αθήνα και τον τρόπο ζωής των αρχαίων.
Ο P. Matyzsak δημιουργεί με το βιβλίο αυτό μια απίστευτη ατμόσφαιρα κι είναι λες και μπήκες σε μια χρονομηχανή και γύρισες 2.500 χρόνια πίσω, για να ψωνίσεις από την αρχαία αγορά, για να περάσεις τους δρόμους που έσφυζαν από ζωή και ήταν το κέντρο της πόλης ή για να κάτσεις το βράδυ στην ταβέρνα και να πιεις ένα κρασί, ακούγοντας μουσική από τον βάρδο του μαγαζιού.
Κάτι τελευταίο αλλά εξίσου, ίσως και περισσότερο, σημαντικό: Ο Matyzsak δεν γράφει ένα βιβλίο μόνο για να εξυμνήσει τον αρχαίο κόσμο, κρύβοντας τις ατέλειές του. Κάθε άλλο, δεν μασά τα λόγια του. Μιλά για τους δούλους, για τις απάνθρωπες συνθήκες στις οποίες κάποιοι ήταν αιχμάλωτοι για όλη τους τη ζωή, για την αγωνία και την απειλή του θανάτου και της ανέχειας που κρεμόταν πάνω από τα κεφάλια πολλών και συχνά. Το βιβλίο αυτό θέλει περισσότερο να τονίσει το πόσο μοιάζει ο κόσμος μας με αυτόν τον αρχαίο τόπο, το πόσο μερικές συνθήκες και μερικές απόψεις δεν έχουν ακόμη αλλάξει.

Η γλώσσα που χρησιμοποιεί ο συγγραφέας είναι πολύ απλή, ενίοτε λίγο περισσότερο από όσο πρέπει μάλιστα. Σε μερικές φάσεις σου δίνεται η εντύπωση πως διαβάζεις παραμύθι, και φαντάζομαι πως αυτός ήταν κι ο σκοπός του συγγραφέα, να κάνει ένα ελαφρύ βιβλίο σχετικό με την αρχαία ιστορία κι όχι ένα δύσκολο τούβλο ιστορικής καταγραφής. Μέσα στο λόγο του περνά πολλές πληροφορίες σχετικά με τον αρχαίο κόσμο, κι όταν δεν μπορεί να γίνει έτσι, τότε υπάρχουν μερικά παραθέματα που ενημερώνουν τον αναγνώστη για πρόσωπα, γεγονότα ή άλλες σημαντικές πληροφορίες προκειμένου να κατανοήσει την εποχή για την οποία διαβάζει. Η αφήγηση πάντως κυλάει αβίαστα, περνάς από το ένα κεφάλαιο στο άλλο ασταμάτητα και το αποτέλεσμα είναι πραγματικά συναρπαστικό.
Στα υπόλοιπα χαρακτηριστικά, το εξώφυλλο κοσμούν, φυσικά, αρχαίες αναπαραστάσεις με μελανόμορφες φιγούρες, κίονες, μαιάνδρους και τα σχετικά. Αν εξαιρέσει κανείς έναν Παρθενώνα, που αχνοφαίνεται λίγο άκυρα πίσω από μια παράσταση, το χρώμα, η γραμματοσειρά και ο σχεδιασμός του εξωφύλλου είναι πράγματι πολύ ταιριαστός. Το κείμενο διανθίζουν μικρά αποφθέγματα, σχετικά με την αφήγηση ή, όπως είπα και πριν, παραθέματα με πληροφορίες, που αποσπούν το μάτι από τη ροή της ιστορίας. Τον τίτλο κάθε κεφαλαίου συνοδεύουν δύο μικρά χαριτωμένα κιονόκρανα ενώ ενδιάμεσα στο κείμενο παρεμβάλλονται εικόνες από αναπαραστάσεις, γκραβούρες και πίνακες που ξεκουράζουν κάπως το μάτι.
Το bottom line: Αν σας αρέσει ο αρχαίος κόσμος και θέλετε ένα συναρπαστικό, ατμοσφαιρικό αφήγημα, οριακά σαν μυθιστόρημα, σχετικά με τη ζωή των απλών ανθρώπων της αρχαίας Αθήνας, τότε εδώ είστε. Με κλειστά μάτια.
*Bonus*
Διαβάστε το βιβλίο ακούγοντας στα ακουστικά σας κάτι σαν αυτό: