-στα λόγια ο Σπύρος Μάρκος
Σπάσαμε τα κόκκαλά μας και γεμίσαμε τα σώματά μας μελανιές
Στην προσπάθεια να μαζέψουμε αναμνήσεις.
Χτίσαμε ένα σπιτικό και κρυφτήκαμε σε αυτό
Με την ελπίδα ότι οι τοίχοι του θα μας κρατήσουν ασφάλεια.
Θυμάμαι τότε που τα βράδια,
όταν δεν μπορούσες να κοιμηθείς
σε σκέπαζα για να σε προφυλάξω από τον χειμώνα,
φιλούσα τις πληγές όταν μου έλεγες ότι αιμορραγούν και πάλι.
Τότε έτρωγα από το χέρι σου
όταν το στομάχι μου είχε κλειδώσει και εσύ με την σειρά σου με κρατούσες ασφαλή από τους περίεργους ήχους που το σπίτι μας έκανε,
ένα σπίτι χτισμένο από τα δάκρυα και τα γδαρσίματα των προηγούμενων μας ζωών.
Μαζί χορέψαμε, στο χείλος ενός άγνωστου μέλλοντος
Με μόνη μουσική την ηχώ
Από ένα ξεθωριασμένο παρελθόν.
Σήμερα βρίσκω τον εαυτό μου
Να μαζεύει λουλούδια από τον κήπο ενός κοριτσιού
Που είχε έναν κρυμμένο παράδεισο μέσα της.
Παλιότερα εκεί θα χόρευα και θα τραγούδαγα
Σήμερα όμως μοιάζει σαν ένα γλυκόπικρο όνειρο
Που φοβάμαι να κάνω
Γιατί αν το κάνω
Το πρωί θα είμαι και πάλι παγιδευμένος σε εκείνο το σπίτι
Προσπαθώντας να ξεφύγω από τις εικόνες και τις μελανιές που μου άφησε.
Βρίσκω όμως τον εαυτό μου να φωνάζει στους τοίχους, τις πόρτες, τα παραθύρια
Μόνο και μόνο για να δω αν θα μου φωνάξουν πίσω
Αγνοώντας
…ότι οι μώλωπες που το μέρος αυτό μου άφησε, με έπλασαν.