Ποιητικό αίτιο


-στα λόγια η Ισμήνη Κατσάβαρου /
στη φωτογραφία η Θεοδοσία Κατσαρού

Μη βγεις έξω από το σπίτι, είναι νύχτα και ο κακός βασιλιάς θα σε πάει στο μακρινό παλάτι του, εκεί θα πρέπει να τρως αργά, να κοιμάσαι νωρίς, να περπατάς σταθερά με ίσια πλάτη, να λες «νομίζω», «μάλλον», «υποθέτω» και «ναι», «εννοείται», «ό,τι θες εσύ». Μετά θα πιστέψεις πως η Γη δεν γυρίζει, πως εγώ δεν σ’ αγαπώ, πως οι άνθρωποι ξέχασαν να αγκαλιάζουν και να φιλάνε στο στόμα, πως το αύριο είναι το  ίδιο με σήμερα και το τώρα είναι ώρα να αρχίζει να ματαιώνεται. Μη βγεις, γιατί το πρωί θα φαντάζει με νύχτα. Τα ξωτικά δεν θα γελάνε με τις ιστορίες μου κι εσύ δεν θα είσαι εκεί για να το διαψεύσεις. Δεν θα κάνεις ντουζ στο μπάνιο μας και εγώ δεν θα έχω την ευκαιρία να σε κοιτάζω γυμνή, καθώς με μαλώνεις να γυρίσω πλάτη. Ο καφές θα είναι σκέτος και καμία όμορφη ζαχαρένια δόση ευτυχίας δεν θα είναι αρκετή για να σε ξεχάσω που σημαίνει να σε χάσω που σηματοδοτεί ότι κάποτε σε είχα και τώρα σε ξε(-έχω) που δηλώνει πώς έχει γίνει και πονάει ακόμα πιο πολύ. Και αυτά τα εκστασιασμένα «εννοείται» θα αρχίσουν να  πηγαίνουν βόλτα με τα  λυτρωτικά «σ’ αγαπώ» και αυτά τα  λυτρωτικά «σ’ αγαπώ» θα μουρμουρίζουν πως κουράζονται στον δρόμο και θα λένε με βαριά φωνή «κι εγώ», θα τραυματίζονται, θα σκοντάφτουν, θα πρήζονται, θα τρέχουν στα νοσοκομεία, θα βάζουν γάζες, θα ανεβάζουν πυρετό και θα εξασθενούν αφήνοντας μία μόνο λέξη για ενθύμιο. Εσύ στην ιδέα πως κάτι τελείωσε θα αρχίζεις να κοιτάζεις την απέραντη θάλασσα μέχρι να μπορέσεις να ψελλίσεις το όνομά μου. Και δεν θα είμαι εκεί ρε γαμώτο να σου πω «μου αρκεί μόνο αυτό» και δεν θα είσαι κι εσύ εκεί για να μου πεις πως «έτσι πιστεύεις τώρα». Και δεν θα είμαστε εκεί για να βουτήξουμε στην θάλασσα και να σου δείξω, πως τα βρεγμένα μας ρούχα είναι η μεγαλύτερη απόδειξη της αιωνιότητας. Νομίζω πως κάποια στιγμή θα πρέπει να σταματήσω να τρώω αργά γιατί μου θυμίζει τον αργό θάνατο και αυτόματα ο θάνατος με τρομάζει τα βράδια όταν δεν είσαι εκεί να στο πω. Τα μαλλιά μου πέφτουν, που αυτόματα σημαίνει πως ο χρόνος τα επηρεάζει και κυλάει σαν καταρράκτης χωρίς να τον ελέγχω και να τον διαπραγματεύομαι. Η αρρώστια πυροδοτείται από μία βουτιά στην θάλασσα και οι εξετάσεις τρέχουν στους διαδρόμους χωρίς να μπορώ να τις προσπεράσω για μία ακόμη διάγνωση. Τα μάτια κοκκινίζουν από τις αϋπνίες που έχω και δεν είναι ότι μου λείπουν τα χάδια, ούτε αυτά τα υποτιθέμενα σκιρτήματα, ούτε τα μπλε σεντόνια ή το ζεστό φαγητό, ούτε καν αυτό το κόκκινο χαλί που νόμιζα πως κουνιέται όταν δεν κατάφερνες να μου πάρεις από τα χέρια το κρασί και σε καμία περίπτωση δεν μου λείπει όταν διαπίστωνα πως η Γη κινείται με  βάση την ευτυχία μου.

Μη βγεις έξω , γιατί εκεί οι λέξεις πληγώνουν πιο πολύ, γίνονται δύσκολες και μεγάλες, μπαίνουν σε βιβλία, οριοθετούνται , στοιχίζονται και μιλάνε για αυτά που η ζωή τους πήρε με το ζόρι, για εκείνα τα παιδικά παιχνίδια που έχασαν στα λεωφορεία, για τα επιτραπέζια που ξέχασαν σε νησιά και για αυτά τα όνειρα που σκόρπισαν με τις φωνές τους τον ουρανό, ένα βράδυ με φωτιά. Μη βγεις, γιατί φοβάμαι μήπως από το πολύ νερό και το καινούργιο σαπούνι ξεχάσεις πως μυρίζω, μη πιστέψεις πως τα γράμματά μου έχουν άλλον αποστολέα, μη θεωρήσεις ότι το τώρα είναι το αύριο και το αύριο είναι το μέλλον, ε και  δεν μπορώ να εναποθέσω όλες μου τις ελπίδες σε αυτό, αφού δεν στέκεται ποτέ σωστά στην χρονογραμμή, όλο πέφτει, όλο σηκώνεται, όλο κάθεται και δεν την μπορώ αυτήν την αβεβαιότητα  με τρομάζει. Μη βγεις, γιατί τα επιχειρήματα όλοι το ξέρουμε ότι κάποτε τελειώνουν και μετά θα πρέπει να γράφω για τα αδύναμα σημεία μου, γι’ αυτά που βρήκαν επιτέλους χώρο στο κρεβάτι να κοιμηθούν και για κάποια άλλα που μπόρεσαν να ξυπνήσουν και να φάνε πρωινό με πολλή ζάχαρη και με αλόγιστα λιπαρά. Και τέλος πάντων ακόμα θυμάμαι πως ένα κείμενο ή μια ταινία ή ένα παιδικό παραμύθι θέλω να έχουν καλό τέλος, ή μια αισιόδοξη χροιά ότι ο πρωταγωνιστής έφτασε στο λιμάνι πριν φύγει το πλοίο, πως  η τελευταία τράπουλα κρύβει άσσους στο μανίκι της, πως μετά από την βροχή, το τζάκι θα ζεσταίνει, πως μετά τις ειδήσεις θα έχει μια κωμωδία με τον Βέγγο, πως με το άκουσμα του νέου έτους, οι στόχοι θα είναι ιδανικοί, όσο χάλια κι αν ήταν λίγα λεπτά πριν, πως το χωριό θα είναι τόπος διαφυγής όταν έχει μαύρα σύννεφα στην πόλη, πως το αεροδρόμιο θα μου θυμίζει τους ανθρώπους που έφυγαν από την ζωή μου και το εισιτήριο στα χέρια  θα φωνάζει για μια νέα αρχή ,πώς τέλος πάντων όταν το παιδί μπορέσει να μετρήσει  επιτέλους μέχρι το 10, εγώ θα έχω καταφέρει να φτάσω εκεί που η θάλασσα θα είναι το μόνο ηρεμιστικό, εκεί που οι άνθρωποι θα πιστεύουν πως η Γη χορεύει σε πάρτυ με τα δικά μας παπούτσια , εκεί που το μέλλον θα βρίσκεται σε τραμπάλα και θα επιμένει να διαλέξω πλευρά, εκεί που η διάγνωση θα βγαίνει λάθος, εκεί που τα κόκκινα μάγουλα θα είναι το πιο όμορφο χαρακτηριστικό πάνω μου και εκεί που το «μου αρκεί» δεν θα  με τρομάζει πια. Και τώρα που γράφω είναι μόνο για να μπω σε μία κορνίζα μαζί σου, δίπλα από το παράθυρο της κουζίνας, εκεί που αέρας μπορεί να την ρίξει και το επόμενο πρωί να την σηκώσω εγώ. Κάθε πρωί θα τελειώνει εκεί που το σ’ αγαπώ θα βρίσκει την απάντηση, στο θεώρημά μας.

Το σ’ αγαπώ πάντα θα κινεί την γη και η γη θα κινείται από το ποιητικό αίτιο.

Ε και αυτό πάντα θα είναι ο έρωτας.

Γι’ αυτό αν είναι να βγεις

ας βγούμε μαζί. 

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s